Μετά τα επίπονα και άνισα lockdown της προηγούμενης περιόδου ήρθε το καλοκαιράκι. Η τουριστική βιομηχανία της χώρας έπρεπε να ανάψει στο φουλ τις μηχανές της. Άρα ο κορωνοϊός μάς τελείωσε. Τη θέση του πήραν οι ηλιόλουστες ακρογιαλιές και άλλα τέτοια γλυκανάλατα. Όλο αυτό το ευχάριστο σκηνικό της ευφημίας κατέρρευσε μετά από την κρίση των εκτεταμένων πυρκαγιών σε όλη τη χώρα. Η διαχείριση από το κράτος μπορεί να χαρακτηριστεί τουλάχιστον εγκληματική. Αν και θα μπορούσαμε να πούμε πολλά για τη διαχείριση, στεκόμαστε στο ότι οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές χρόνων οδήγησαν στο σημείο να πρέπει να επιλέξουν ποιος θα καεί και ποιος όχι. Δυστυχώς, οι μεμονωμένες αντιδράσεις σε αυτή τη διαχείριση γρήγορα σιώπησαν. Στο τέλος του καλοκαιριού μετρηθήκαμε και βρεθήκαμε λιγότερες. Πέρα από τις απώλειες των πυρκαγιών δεν είμαστε όλες εδώ, αφού η πατριαρχία συνεχίζει εύκολα να οπλίζει το χέρι πρώην και νυν συντρόφων, μπαμπάδων και όποιον άλλων θεωρούν ότι έχουν εξουσία πάνω μας. Και κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα, στον Νοέμβρη, που παρά τις καλοκαιρινές διακηρύξεις για την πολλοστή νίκη (sic) κατά του κορωνοϊού έχουμε ρεκόρ θετικών κρουσμάτων. Μπορεί να φταίει, θα μας πείτε, η αύξηση των διαγνωστικών test, μπορεί να φταίνε και οι ίδιοι οι τουρίστες, μπορεί, μπορεί, μπορεί. Το θέμα μας όμως είναι αλλού. Σε αυτή την υγειονομική κρίση, αλλά και σε κάθε κρίση, το σχέδιο διαχείρισης έχει γίνει σαφές. Προτεραιότητα έχει ο ιδιωτικός τομέας και η κερδοφόρα επιχειρηματικότητα. Σε όλους τους άλλους που η ατομική τους ευθύνη δεν φτάνει για τα δεινά που επιφέρει αυτό το σύστημα, οι κοινωνικές παροχές θα είναι ελάχιστες. Το σχέδιο λέει ότι για να υπάρχει το απαραίτητο εργατικό δυναμικό και να κατευνάζεται η οποιαδήποτε αντίδρασή του, πρέπει να καλύπτονται τουλάχιστον τα προς τω ζην. Αν όμως οι αντιδράσεις συνεχιστούν, το κράτος έχει φροντίσει και γι’ αυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας και των ΜΜΕ σε περίοδο που θα έπρεπε να ενισχύεται το δημόσιο σύστημα υγείας. Τις ευθύνες για αυτή τους την ανεπάρκεια θέλουν να τις ρίξουν στους ανεμβολίαστους. Αυτοί φταίνε για όλα! μια φράση που τώρα βγαίνει αβίαστα στη γλώσσα πολλών και είναι σημάδι ότι τα λεφτά στα ΜΜΕ έπιασαν τόπο.
Στις 22 Οκτώβρη μετά από καταδίωξη οι μπάτσοι δολοφόνησαν τον Νίκο Σαμπάνη. Οι τίτλοι των ειδήσεων θα μπορούσαν να γράφουν «οι σερίφηδες του ελληνικού κράτους για άλλη μια φορά κέρασαν ζεστό μολύβι τους αδίστακτους κακοποιούς». Εμείς λέγαμε και θα πούμε άλλη μια φορά πως η δουλειά τους είναι ντροπή: η δουλειά της αστυνομίας είναι να εξασφαλίζει την κυριαρχία του κράτους, και την ιδιωτική περιουσία, και ο ρόλος τους είναι πειθαρχικός και κατασταλτικός. Σίγουρα έχουμε κάθε δίκιο να οργιζόμαστε με την συνολική ύπαρξη αυτού του σώματος, πόσο μάλλον όταν «παρεκτρέπεται» και σκοτώνει. Αυτή την οργή ήθελαν να κάμψουν μέσα από τα ΜΜΕ. Αρχικά παραπληροφόρησαν, έπειτα υπερτόνισαν την διαφορετική φυλετική ταυτότητα του θύματος και τη στερεοτυπική εγκληματικότητα που συνοδεύει αυτή την ταυτότητα, για να τη βγάλουν οι μπάτσοι καθαρή. Καθαρή ήθελε να τη βγάλει και η εταιρία διανομής φαγητού e-food με τις εξευτελιστικές συμβάσεις που έκανε με τους εργαζόμενους δικυκλιστές της, που την απάλλασσαν από σχεδόν όλες τις ευθύνες απέναντί τους. Όμως οι ντελιβεράδες είχαν διαφορετική άποψη και κατάφεραν μία νίκη εναντίον της εταιρίας. Με συλλογικό και επίμονο αγώνα κατάφεραν το μπλοκάρισμα των νέων καταστροφικών συμβάσεων και την ανανέωση των παλιών συμβολαίων. Μια απόδειξη ότι η οργάνωση των από τα κάτω είναι η απάντηση για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής μας και το πρώτο βήμα για την αλλαγή αυτής της κοινωνίας.
Συντακτική ομάδα Ρεθύμνου