Επί του πιεστηρίου #31

Στην εποχή μας η κοινωνία χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα: σε αυτούς που τρώνε και σε αυτούς που τρώγονται.
Η εξουσία που διαπράττει την αδικία, και ζει απ’ αυτήν, αποπνέει βία απ’ όλους της τους πόρους. Κοινωνίες μοιρασμένες σε καλούς και κακούς, πλούσιους και φτωχούς, κυνηγημένους και κυνηγούς, θύτες και θύματα. Ζωντανούς και νεκρούς.
Η βία προβάλλεται, κατά κανόνα, ως ο καρπός της κακής συμπεριφοράς των κακών ηττημένων, των πολυάριθμων φτωχών, των επικίνδυνων για την αρμονία του συστήματος, των κοινωνικά απροσάρμοστων ανθρώπων και των προσφύγων που τρέχουν να γλυτώσουν από τις βόμβες, τις σφαίρες, το άδειο τους στομάχι και την πολιτική εκείνων που -δεκαετίες μετά το κλείσιμο των στρατοπέδων συγκέντρωσης-, ανοίγουν νέα, υψώνουν καινούργια τείχη και φράκτες κρατώντας φυλακισμένους εντός τους χορτάτους και εκτός τους πεινασμένους.
Είμαστε εγκλωβισμένοι στο μέσο μιας αξιοθρήνητης αγέλης από ζωντανούς που φοβούνται και περιφρονούν τη ζωή. Εχθροί του ίδιου τους του εαυτού, βλέπουν παντού εχθρούς κοιτώντας στον καθρέπτη των δικών τους εμμονών.
Πρόκειται για μια πνευματική κληρονομιά που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά.

Μια κληρονομιά που συνοδεύεται από ένα συμβόλαιο που φέρει την υπογραφή τους και οι μοναδικοί του απαράβατοι όροι είναι η παραίτηση, η απάθεια, η ανάθεση, ο λήθαργος.
Η εθελοδουλία τους τούς έχει μετατρέψει σε ένα σωρό από κρέας, συγκαταβατικό σε όλα τα δικτατορικά μέτρα που τους υπαγορεύει η Αυτοκρατορία του χρήματος, που η μοναδική ελευθερία που τους παραχωρεί είναι η ελεύθερη δυνατότητα να επιλέξουν ανάμεσα στη πανούκλα και στη χολέρα. Μετρούν τη φτώχεια τους ανάλογα με το πάχος του πορτοφολιού τους, μόνο που πραγματικά φτωχοί είναι εκείνοι που η σιωπή τους είναι το πολυτιμότερο πράγμα που υπάρχει στο πορτοφόλι τους.
Συναλλαγές όλο το 24ωρο στο ΑΤΜ της Μοιρολατρίας.

Είτε έτσι είτε αλλιώς η ιστορία θα ξαναμιλήσει, επειδή το κλειδί της φυλακής μας ο καθένας από μας το κρατά στην τσέπη του.

Firewater