Οι τελευταίες διαδηλώσεις στα Χανιά αναδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται η στρατηγική επιλογή για ένταση της καταστολής, απ’ την πλευρά της Δημοκρατίας, σε τοπικό επίπεδο. Στη διαδήλωση της 18ης Νοέμβρη, για το θάνατο του Στράτου Π. κατά τη διάρκεια δολοφονικής καταδίωξης από μπάτσους της ομάδας ΔΙΑΣ, διμοιρίες ΜΑΤ, με μπροστάρηδες ασφαλίτες με κράνη και πτυσσόμενα σιδερένια γκλοπ, επιτίθενται στους διαδηλωτές και συλλαμβάνουν δύο από αυτούς. Στην πορεία της 6ης Δεκέμβρη, έπειτα από άγρια επίθεση και ξύλο στην πορεία, συλλαμβάνονται τελικά 3 διαδηλωτές. Ένας καθηγητής και 2 ανήλικοι μαθητές αλβανικής καταγωγής. Και στις δύο περιπτώσεις, οι μπάτσοι επιβάλλουν ένα ιδιότυπο καθεστώς αστυνομικής κατοχής στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου, προχωρώντας, μετά το τέλος των διαδηλώσεων, σε ελέγχους σε περαστικούς και αυτοκίνητα, και σε τραμπουκισμούς και παρακολουθήσεις νεολαίων. Το βράδυ της 6ης Δεκέμβρη διμοιρίες ΜΑΤ διώχνουν, εντελώς απρόκλητα, μαθητές που ήταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία της Αγοράς και προσαγάγουν δύο εξ αυτών, που αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι.
Ωστόσο, οι ίδιες οι πορείες αναδεικνύουν και δυναμικές που είναι διατεθειμένες να αντισταθούν, να απαντήσουν και να αγωνιστούν. Δυναμικές που κινούνται έξω από τα «στενά» όρια των πολιτικών συλλογικοτήτων. Παράλληλα, το βράδυ της 6ης Δεκέμβρη αρκετοί μαθητές έπειτα από συνέλευση και με τη στήριξη αλληλέγγυων, αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν πορεία αλληλεγγύης στους συλληφθέντες και ενάντια στην αστυνομοκρατία, στο μπατσομέγαρο, για το απόγευμα της 7ης Δεκέμβρη. Αψηφώντας το κλίμα τρομοκρατίας και παρά τις «φιλικές παραινέσεις» κάποιων «μεγαλύτερων» να μην πάει η πορεία στο μπατσομέγαρο, οι μαθητές τελικά υλοποιούν την απόφασή τους. Έτσι 120 περίπου μαθητές, νεολαίοι, αριστεροί και αναρχικοί, δυναμικά, με έντονο παλμό και σε πείσμα των, εν είδει «εσωτερικής καταστολής», διάσπαρτων φημών περί «επεισοδίων», πορεύτηκαν για δυόμιση ώρες σε όλο το κέντρο. Η πορεία, μέσα από αυθόρμητες αλλαγές στο δρομολόγιο από τους μαθητές, πέρασε μέσα από γειτονιές και με μια διάθεση χλεύης απέναντι στους μπάτσους που ακολουθούσαν, κινήθηκε προς την περιοχή του Κουμ Καπί, όπου οι τελευταίοι σταμάτησαν τη «συνοδεία» για να μην γίνουν περίγελος. Η συγκεκριμένη πορεία κατάφερε να ενδυναμώσει την αλληλεγγύη μεταξύ ετερόκλητων κομματιών που κατεβαίνουν στον δρόμο.
Η επιλογή της όξυνσης της καταστολής αφορά συνολικά την αντιμετώπιση και ανακοπή των ανερχόμενων κοινωνικών αγώνων, ξεπερνώντας τις ιδιαίτερες τοπικές συνθήκες και αιτίες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η γενικευμένη απαξίωση και η έμπρακτη αντίσταση στα σώματα ασφαλείας από πλειοψηφικά κομμάτια του κινήματος και της κοινωνίας, επιτάσσει την περαιτέρω παράλληλη ανάπτυξη άλλων μεθόδων καταστολής. Μια από τις πτυχές της είναι η ακροβασία στα όρια της δημοκρατικής «νομιμότητας», μέσα από την ενίσχυση του ρόλου των ασφαλιτών στην καταστολή διαδηλώσεων – και όχι μόνο. Έτσι στα Χανιά –εδώ και κάποιο καιρό– ένα μπουλούκι ασφαλιτών, είτε με κράνη, είτε με κουκούλες και ιδιαίτερα προκλητικά, συνοδεύει τις διμοιρίες στο τέλος του σώματος της πορείας. Σε δύο περιπτώσεις διαδηλώσεων κρατώντας και πτυσσόμενα σιδερένια γκλοπ, απειλούσαν και κυνηγούσαν λυσσαλέα τους διαδηλωτές. Αυτό βέβαια είναι το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας δύο χρόνων στα Χανιά, στη μετά Δεκέμβρη εποχή. Αρχικά από την προσπάθεια νομιμοποίησης της ίδιας της παρουσίας ΜΑΤ σε διαδηλώσεις (μιας και παλαιότερα δεν υπήρχαν). Έπειτα με την προσπάθεια να «συνοδεύουν» τις πορείες, για πιο άμεση επιτήρηση, και τέλος με τη σταδιακή ενίσχυση του συρφετού από ΔΙΑΣ, Ζ, και άσπρα βανάκια με πολιτικές πινακίδες, και με την αναβάθμιση του ρόλου των ασφαλιτών, ενσωματώνοντας παρακρατικές πρακτικές, μέχρι τις απροκάλυπτες επιθέσεις και τις συλλήψεις διαδηλωτών. Ο κύριος στόχος προέρχεται από τη συνολική επιδίωξη της Δημοκρατίας να εκφοβίσει και να καταστείλει όσους αντιστέκονται και αγωνίζονται, και να αφομοιωθεί και να «νομιμοποιηθεί» βίαια στη συνείδηση της κοινωνίας η εντεινόμενη αστυνομική επιτήρηση ως κάτι φυσιολογικό, ως μια κανονικότητα, στην κατεύθυνση της αποτροπής επερχόμενων κοινωνικών εκρήξεων.
Όσο οι κοινωνικοί αγώνες θα αναπτύσσονται και θα λαμβάνουν ριζοσπαστικές και μη αφομοιώσιμες μορφές και περιεχόμενα, που αρνούνται τη συνδιαλλαγή με τη Δημοκρατία, άλλο τόσο γνωρίζουμε ότι το καθεστώς θα επιλέγει την μετατροπή του σε αστυνομικό κράτος, μέσα από την ενίσχυση και αναβάθμιση του ρόλου των σωμάτων ασφαλείας και την ένταση της καταστολής. Είναι ο μόνος τρόπος που τους απομένει για να αποσπαστεί βίαια η απαραίτητη κοινωνική συναίνεση στις αναδιαρθρώσεις, και να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή. Μοναδική μας απάντηση η αυτο-οργάνωση, η ανάπτυξη και η όξυνση των κοινωνικών αγώνων. Καμία ανοχή στην αστυνομοκρατία.
βλάσσης

