Στις 30/07 αυτοπυρπολείται στο Ζάππειο μπροστά από την προεδρική φρουρά η 67χρονη δημοσιογράφος Αύρα Γρηγορίου, με αποτέλεσμα να καταλήξει νεκρή έπειτα από σοβαρά εγκαύματα. Οι λόγοι που οδήγησαν την Αύρα σε αυτήν την βαθειά δηλωτική και πολιτική πράξη άρνησης ήταν η έντονη εξαθλίωση και υποτίμηση που βίωνε λόγω της φτώχειας το τελευταίο διάστημα της ζωής της. Η κατάστασή της ήταν σε τόσο δυσχερές επίπεδο που όπως δήλωνε η ίδια λίγο πριν βάλει τέλος τη ζωή της «δεν είχα ούτε να φάω». Είναι ενδεικτικό ότι και σε αυτήν την περίπτωση τα καθεστωτικά μέσα προσπάθησαν να αποπολιτικοποιήσουν και να θολώσουν την είδηση, παρουσιάζοντας τη γυναίκα ως ψυχικά διαταραγμένη και το όλο σκηνικό ως μια «παράδοξη ακραιότητα». Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι ο πρόεδρος της δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Τασούλας, έσπευσε να δώσει συγχαρητήρια στην προεδρική φρουρά για την επιφυλακή της που έσβησε τις φλόγες με πυροσβεστήρα, χωρίς ωστόσο να γίνεται κάποια αναφορά για τη συνθήκη του συμβάντος, το εμπλεκόμενο πρόσωπο και τους λόγους που το οδήγησαν στη συγκεκριμένη πράξη. Φυσικά δεν θα περιμέναμε κάτι άλλο σε επίπεδο συμβολισμού από την κρατική εξουσία απέναντι σε έναν θάνατο με ταξικό και εξεγερτικά υπαρξιακό χαρακτήρα ενάντια στο τώρα.

Σύμφωνα με όσους τη γνώριζαν ήταν ένας άνθρωπος συνειδητοποιημένος, ταπεινός και ευαίσθητος ενώ έχαιρε εκτίμησης στον εργασιακό της κύκλο. Ανεξάρτητα όμως από όλο αυτό, το γεγονός της πολιτικής αυτοπυρπόλησής της αντικατοπτρίζει την ασφυξία και το αδιέξοδο που ένα σημαντικό κομμάτι του κοινωνικού συνόλου βιώνει, μιας και οι αυτοκτονίες λόγω οικονομικής δυσχέρειας πληθαίνουν ολοένα από την αφετηρία και εντατικοποίηση της οικονομικής κρίσης. Μια πραγματικότητα που από το 2008-09 εντατικοποιήθηκε στην περίοδο των μνημονίων αλλά και μετέπειτα ως τον ζόφο του σήμερα που δεν φαίνεται να δείχνει κάποιο φως, όσον αφορά το ξεπέρασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, και των δολοφονιών που ενέχει μέσα του αυτό το σύστημα για όσους δεν χωράν πια. Η Αύρα εκπροσωπεί τους απελπισμένους, την υπαρξιακή κραυγή όσων βρίσκονται στο αδιέξοδο. Ανήκει στο ίδιο κάδρο με όσους ασφυκτιούν επειδή «δεν έχουν οξυγόνο», με όσους παραβατούν για μια φέτα ψωμί, με όσες καίνε μαγκάλια για να ζεσταθούν και καταλήγουν να πεθαίνουν από αναθυμιάσεις, με όσα απαλλοτριώνουν ρεύμα και η λίστα δεν τελειώνει. Η πράξη της οφείλει να καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως πράξη διαμαρτυρίας, ως ένα μήνυμα εφόδου στον ουρανό και άρνησης των όσων ζούμε, και το όνομά της να συνοδεύσει τους αγώνες μας για ζωή και αξιοπρέπεια ενάντια στον κανιβαλισμό που επιτάσσει η κυριαρχία στο σήμερα.
 
     
                