ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΙ ΦΙΛΟΞΕΝΟ
Ζούμε μια περίοδο επιτάχυνσης των γεγονότων. Τις τελευταίες εβδομάδες ο χρόνος έχει συμπυκνωθεί σε σημείο που δεν προλαβαίνουμε να αναλύσουμε τις πρωτόγνωρες καταστάσεις που προκύπτουν. Μπάτσοι σημαδεύουν φοιτητές μέσα στα πανεπιστήμια, λιμενόμπατσοι βουλιάζουν βάρκες με ανθρώπους μπροστά στις κάμερες, ενώ τα δελτία των 8 το αναπαράγουν σαν κάτι φυσιολογικό, φασίστες και παρακρατικές ομάδες αναλαμβάνουν δράση και κυνηγούν μετανάστες και αλληλέγγυους. Το πιο συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας επικροτεί τα κλειστά σύνορα απέναντι σε ανθρώπους που έχουν εγκλωβιστεί ανάμεσα στους εθνικισμούς δυο κρατών που έρχονται σε ρήξη για την ιδιοκτησία μιας θάλασσας, που στην τελική, δεν ανήκει σε κανέναν.
Και μετά ήρθε ο ιός. Άλλος ένας πόλεμος, άλλη μια ασύμμετρη απειλή που έρχεται από έξω από τα σύνορα και θέλει να εισβάλει. Το κράτος άρχισε να κατεβάζει έναν έναν τους διακόπτες του και το σκοτάδι βυθίζει σιγά σιγά τη χώρα. Η εντολή σαφής και οικουμενική: μένουμε σπίτι. Σκεφτόμαστε το διπλανό μας. Γινόμαστε όλοι μια μεγάλη διαταξική μάζα. Ξεχνάμε τους διαχωρισμούς μας. Αδιαφορούμε για τον «μη παραγωγικό» πληθυσμό (άστεγοι, φυλακισμένοι, μετανάστες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης) και εν τέλει, για τον απλά εκτεθειμένο.
Μέσα σε αυτήν τη συγκυρία και αναλογιζόμενοι όλα τα παραπάνω, την Κυριακή 15 Μαρτίου επιλέξαμε να ΜΗΝ μείνουμε σπίτι. Μια χούφτα φασιστοειδών μισάνθρωπων πραγματοποίησε συγκέντρωση στην πλατεία αγνώστου στρατιώτη στο ρέθυμνο, με κεντρικό σύνθημα “ενάντια στην ισλαμοποίηση της ελλάδας / ενάντια στους εισβολείς”. Εδώ να διευκρινίσουμε ένα δύο πράγματα: από τη μεριά μας ως αναρχικές/οί-αγωνιστές/ριες προτάσσουμε πάντα την ατομική ευθύνη και συνείδηση απέναντι στο κοινωνικό σώμα, ως βήμα για την εξάλειψη κάθε μορφής εξουσίας. Με βάση αυτή μας τη θεώρηση, είναι γεγονός πως μας προβλημάτισε αρκετά το αν θα βγαίναμε στο δρόμο ή όχι. Υπό συνθήκες πανδημίας, το μεγαλύτερο κομμάτι του κινήματος έχει αναστείλει κάθε είδους ανοιχτή εκδήλωση. Από τη στιγμή όμως που ούτε τα φασιστοειδή ούτε οι μπάτσοι ακύρωσαν τη φιέστα λόγω πανδημίας, καταλήξαμε πως είναι χρέος μας να μην αφήσουμε τους δρόμους σε κάθε λογής ξενοφοβικούς που επιλέγουν να εκμεταλλευτούν τη συγκυρία για να διαχύσουν το μίσος τους. Λαμβάνοντας μέριμνα για την αυτοπροστασία μας, βρεθήκαμε στην πλατεία μικρασιατών με κλειστό κάλεσμα, αποφασισμένοι να κάνουμε ξεκάθαρο πως είναι ανεπιθύμητοι ακόμα και σε μια άδεια πόλη. Πως ό,τι και να κάνουν, κάτω από οποιαδήποτε συγκυρία, εμείς θα είμαστε εκεί.
Κι εκεί ήμασταν. Το σκηνικό γνώριμο. Στη μία πλευρά της πόλης (πλατεία αγνώστου στρατιώτη) αρχικά 5-6 γραφικοί που κατέληξαν 50- 60 με 80 μπατσους να τους φυλάνε και σε ένα διαφορετικό σημείο της πόλης (πλατεία μικρασιατών) 120 αντιφασίστριες και αντιφασίστες. Μετά από 2 περίπου ώρες, αποφασίσαμε να μετακινηθούμε στο δημαρχείο ως μέσο πίεσης, ώστε να διαλυθεί αυτό το μισαλλόδοξο πανηγυράκι γρηγορότερα. Σταθήκαμε εκεί για περίπου τρία τέταρτα με πανό, φωνάζοντας συνθήματα αλληλεγγύης στους μετανάστες ενώ περιμετρικά του δημαρχείου αναπτύχθηκαν 4 διμοιρίες. Κάποια στιγμή οι φασίστες κατέβηκαν στο δρόμο με σκοπό να κάνουν πορεία και οι μπάτσοι επέλεξαν να μας διώξουν. Μόλις βρεθήκαμε σε απόσταση 500 μέτρων, κι ενώ η πορεία μας οπισθοχωρούσε με σκοπό να φτάσει στην πλατεία μικρασιατών με ασφάλεια, μετά από εκατέρωθεν προκλήσεις και διαπληκτισμούς, οι μπάτσοι, εκμεταλλευόμενοι την άδεια πόλη, άνοιξαν ολομέτωπη επίθεση με χημικά, κυνηγητό και ξύλο που κατέληξε στον εγκλωβισμό μας πίσω στην πλατεία μικρασιατών. Αφού μας περικύκλωσαν, μας ζήτησαν να βγάλουμε τα κράνη κι άρχισαν να βαράνε με μοναδικό στόχο τα κεφάλια μας. Ασφαλίτες με κατσούνες και μπάτσοι με γκλοπ και χημικά σε μια συντονισμένη δολοφονική επίθεση κι ενώ το κυνηγητό είχε σταματήσει.
Όλοι οι τραυματισμοί προέκυψαν σε αυτή τη φάκα. 6 άτομα μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο με ανοιγμένα κεφάλια, και τουλάχιστον άλλα τόσα ήταν τραυματισμένα πιο ελαφρά. Τις επόμενες τρεις ώρες που ήμασταν περικυκλωμένοι στην πλατεία μικρασιατών, απαιτούσαμε να μεταφερθούν σύντροφοι και συντρόφισσες στο νοσοκομείο. Οι μπάτσοι απαντούσαν με δολοφονικό κυνισμό «αν θέλετε ασθενοφόρο καλέστε το εσείς» γνωρίζοντας πως το ΕΚΑΒ δεν μπορεί να παραλάβει άτομο υπό κράτηση χωρίς την εντολή τους. Αποκορύφωμα αυτής της στάσης ήταν συντρόφισσα με εσωτερική αιμορραγία να μεταφερθεί πρώτα στο γκαράζ της ασφάλειας και να διακομιστεί στο νοσοκομείο αρκετές ώρες αργότερα.
Δεν έχουμε αυταπάτες για τη «φιλοξενία» των μπάτσων στους έγκλειστους και δεν έχουμε σκοπό να καταγγείλουμε τις συνθήκες κράτησης μας για λίγες ώρες σε καιρούς που τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αντιμετωπίζονται ως αναπόφευκτη κανονικότητα στο δημόσιο διάλογο. Σκοπός είναι να διαφοροποιηθεί η ισοπεδωτική λογική που εξισώνει την ανοιχτή συγκέντρωση 120 ανθρώπων σε μια τεράστια πλατεία με το στοίβαγμα 90 ανθρώπων σε μια αποθήκη και να δημοσιοποιηθεί η αλήθεια για τους εγκληματικούς χειρισμούς των μπάτσων σε καιρό πανδημίας και τις επιπτώσεις που μπορούν να έχουν σε ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο.
Ο «χώρος κράτησης» όπου μεταφερθήκαμε ήταν ένα γκαράζ γεμάτο σκουπίδια. Είχαν μισάνοιχτο το ρολό και έξω μία διμοιρία να μας φυλάει. Υπήρχε μια μονάχα τουαλέτα για 90 άτομα, χωρίς σαπούνι και χωρίς χαρτί υγείας. Κάθε φορά που ζητούσαμε μάσκες, οι απαντήσεις ποίκιλλαν από το «αν δω τον προϊστάμενο θα του το πω» έως «κακό ψόφο να ‘χετε». Μάλιστα, ήρθε γιατρός από το νοσοκομείο που τους τόνισε πως αυτό που κάνουν έχει χαρακτηριστικά υγειονομικής βόμβας, χωρίς καμία ανταπόκριση. Η κράτηση μας διήρκησε συνολικά 9 ώρες για να μας φορτώσουν τελικά ένα πλημμέλημα.
Σε περίοδο έκτακτης ανάγκης, το κράτος δεν επιλέγει απλά να έχει τον πλήρη έλεγχο των ζωών μας. Βρίσκει ευκαιρία να αναβαθμίσει την καταστολή απέναντι στον εσωτερικό του εχθρό, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που μπορεί να έχει στη δημόσια υγεία που υποτίθεται πως προστατεύει. Η λύση που προτείνει είναι να κλειστούμε σπίτια μας και να παρακολουθούμε τα δελτία των 8. Η λύση που προτείνουμε εμείς, είναι να συνεχίσουμε να οικοδομούμε κοινότητες αγώνα απέναντι στο κράτος με σεβασμό του ενός προς την άλλη και προτεραιότητα το συλλογικό όφελος. Έτσι ώστε όταν οι διακόπτες ξανανέβουν, όταν τα κράτη επιλέξουν να επανεκκινήσουν την παραγωγή, να μην έχουμε ξεχάσει τη θέση μας. Να μην έχει αλλοιωθεί η πολιτική μας ταυτότητα. Να μην έχουμε φτάσει σε σημείο που να φοβόμαστε να αγγίξουμε η μία τον άλλο, να μην έρθουμε αντιμέτωποι με τη δυστοπία.
Σε μια κοινωνία που κυριαρχούν οι ανισότητες και οι σχέσεις εκμετάλλευσης, που έχει δομικά τεράστιες αντιθέσεις, εμείς ήμασταν, είμαστε και θα είμαστε στο πλάι των αόρατων αυτού του κόσμου.
ΣΦΑΓΕΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΟΙ ΠΛΑΤΕΙΕΣ
ΠΑΝΤΑ ΑΝΤΙΦΑ, ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ
Κάποιες/οι από τους συλληφθέντες του Ρεθύμνου