Συνέντευξη Ζακ Κωστόπουλου

O Zακ Κωστόπουλος ήταν ένας άνθρωπος που σε καμία περίπτωση δεν αποδέχονταν τους πολλαπλούς κοινωνικούς αποκλεισμούς που βίωνε. Αντίθετα πάλευε για την ορατότητα των φωνών και των ζωών των αόρατων, του ανθρώπινου πλεονάσματος που ο καπιταλισμός, ο μικροαστισμός και η πατριαρχία έχουν εξοβελίσσει στο περιθώριο. Εδώ μια σειρά από αποσπάσματα του ίδιου σχετικά με την οροθετικότητα, ένα ζήτημα που μεταξύ άλλων δεν έχει αναδειχθεί από το κοινωνικό κίνημα και δυστυχώς όυτε τώρα μετά τη δολοφονιά του/της Ζακ βρήκε το χώρο που του αναλογεί.

Κόλλησα από μία πρώην σχέση μου. Ήταν το 2009 που ήμουν φαντάρος και συμμετείχα σε μία εθελοντική αιμοδοσία που έγινε μέσα στο στρατόπεδο και έτσι το έμαθα. Λίγες μέρες μετά με ειδοποίησαν ότι έπρεπε να κάνω κάποιες περαιτέρω εξετάσεις γιατί κάτι είχε βρεθεί στο αίμα. Δεν ήταν οι συνηθισμένες συνθήκες κάτω από τις οποίες γίνεται μία διάγνωση γιατί έγινε στο στρατιωτικό νοσοκομείο με μία συμπεριφορά από τους γιατρούς όχι και τόσο αρμόζουσα. Ήταν μία κατάσταση, δηλαδή, όπου έπαιρναν παράλογα «μέτρα ασφαλείας». Με πλησίαζαν μόνο φορώντας μάσκα λες και θα έμπαιναν σε χειρουργείο, ενώ αυτό δεν ενδείκνυται για κάποιον που έχει HIV καθώς δε μεταδίδεται ούτε με τον αέρα ούτε με το άγγιγμα και επίσης δεν έκαναν κάτι αντίστοιχο σε κανέναν άλλον ασθενή ακόμα και σε κάποιους που μπορεί να είχαν βήχα ή κάποια ίωση. Επειδή μιλάμε για γιατρούς δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να δικαιολογηθεί ως άγνοια.

Πριν δύο χρόνια η Ελλάδα ξαφνικά ανακάλυψε τον HIV. Είχαμε που είχαμε άγνοια, έχεις και την πολιτεία να σου δείχνει τις φωτογραφίες των ιερόδουλων για να σου πει ότι αν πήγες μαζί τους πήγαινε κι εξετάσου. Εάν δεν έχεις πάει με κάποια από αυτές, αλλά γενικά έχεις κάνει σεξ χωρίς προφύλαξη, κοιμήσου ήσυχος.

Είδαμε να κυκλοφορεί η περιβόητη φήμη ότι οι χρήστες ναρκωτικών κολλάνε επίτηδες για να πάρουν το επίδομα κάτι το οποίο δεν έχει καμία βάση και καμία έρευνα ή στατιστικό δεδομένο αποδεικνύει κάτι τέτοιο. Το να κυκλοφορούν και να διατηρούνται τέτοιοι μύθοι βολεύει την πολιτεία γιατί ρίχνουν την ευθύνη σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού και με αυτό τον τρόπο προσπαθούν να απαλλαχθούν.

Γενικά στις δυτικές χώρες αυτό που επικρατεί είναι ότι το μεγαλύτερο ποσοστό είναι σε γκέι και bisexual  άντρες και στην χώρα μας είδαμε πρόσφατα μία μεγάλη αύξηση στους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών κάτι το οποίο έγινε γιατί η πολιτεία σταμάτησε να χορηγεί δωρεάν σύριγγες. Ενώ μέχρι το 2011 μπορούσες να πας στο κέντρο της Αθήνας σχεδόν σε οποιοδήποτε φαρμακείο και να ζητήσεις δωρεάν σύριγγα, αυτό σταμάτησε και είχαμε μία τρομερή αύξηση τον επόμενο χρόνο κάτι που ήταν και αναμενόμενο. Πριν από αυτό, ήμασταν η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό χρηστών με HIV που σημαίνει ότι η συμπεριφορά τους ήταν καλή και δε μοιράζονταν σύριγγες από τη στιγμή που είχαν δωρεάν πρόσβαση σε αυτή.

Δηλαδή, αν είσαι οροθετικός και άστεγος υπάρχουν μόνο οχτώ ή εννιά διαθέσιμα κρεβάτια σε μία συγκεκριμένη δομή, αν είσαι και χρήστης απολύεσαι και από αυτή τη μοναδική δομή που θα μπορούσε να σε φιλοξενήσει. Και η πολιτεία αντί να φροντίζει για αυτά τους κατηγορεί ότι τα κάνουν επίτηδες. Ένας άνθρωπος που δεν έχει διεύθυνση να δηλώσει στην πρόνοια δε μπορεί να κάνει τα χαρτιά του για να πάρει το επίδομα και έρχεται η πολιτεία και λέει ότι κόλλησε επίτηδες για να πάρει το επίδομα. Από όπου και να το πιάσεις δε βγάζει λογική.

Όταν θα πάω σε ένα δημόσιο νοσοκομείο να κάνω τεστ για HIV θα έχω μία στάση του γιατρού απέναντί μου που είτε έμμεσα είτε άμεσα μπορεί να μου δείχνει ότι αν έχω κολλήσει φταίω επειδή είμαι ομοφυλόφιλος, όλο αυτό, αυτές οι αντιλήψεις βοηθούν να συντηρείται και το στίγμα και να φοβάται ο κόσμος να κάνει το τεστ. Σε μία κοινωνία που είναι ομοφοβική σίγουρα δεν υπάρχει και πρόσβαση στο τι πρέπει να προσέχω όταν κάνω σεξ. Όσο συντηρείται δεν πρόκειται ποτέ να λύσουμε το θέμα του HIV.

Στην Ελλάδα πολύ συχνά ακούμε την 1η Δεκέμβρη ως “Παγκόσμια Ημέρα κατά του AIDS” για το οποίο και εγώ προσωπικά και οι οργανώσεις που ασχολούνται για αυτό δε συμφωνούμε. Παγκοσμίως είναι World AIDS Day. Το “κατά” είναι μία ελληνική προσθήκη στον ορισμό της μέρας αυτής. Είναι η Παγκόσμια Ημέρα AIDS και όχι “κατά του AIDS” γιατί αυτό το τοποθετεί σε ένα πλαίσιο των υγιών απέναντι στους οροθετικούς και με έναν τρόπο δε μας συμπεριλαμβάνει και δεν εμπεριέχει την έννοια της αλληλεγγύης προς εμάς. Θα έπρεπε να είναι μία μέρα όχι “κατά του AIDS”, αλλά υπέρ της πρόληψης, υπέρ της ενημέρωσης και υπέρ της αλληλεγγύης προς τους ανθρώπους που ζούμε με HIV.

Ο HIV ανέκαθεν ευδοκιμούσε στις περιθωριοποιημένες κοινότητες, όπως lgbtq άτομα, μετανάστες/μετανάστριες και πρόσφυγες, άστεγους, εκδιδόμενα άτομα, χρήστες και χρήστριες ουσιών ή ανθρώπους που ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Ό, τι μπορούμε να κάνουμε για να βγάλουμε τους ανθρώπους από το περιθώριο, αποτελεί ένα δραστικό βήμα προς τα εμπρός στις προσπάθειες μας να σταματήσουμε την εξάπλωση του HIV.

Tο HIV/AIDS είναι μια ασθένεια πρωτίστως κοινωνική και συνυφασμένη με την ομοφοβία και την καταπίεση, και αυτό το κάνει ένα θέμα όχι μόνο υγείας αλλά και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όσο προωθούμε και επιτρέπουμε την μισαλλοδοξία με απαγορεύσεις και άνιση μεταχείριση, ενθαρρύνονται τα συναισθήματα της περιθωριοποίησης , της κατάθλιψης και της απομόνωσης ιδιαίτερα σε νέους και νέες. Αυτό έχει συχνά ως αποτέλεσμα τις αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές όπως η κατάχρηση ουσιών και αλκοόλ και οι μη ασφαλείς σεξουαλικές πρακτικές.

Με άλλα λόγια, η ανισότητα μας αρρωσταίνει.