«Τι έχετε να πείτε για τη Μαρφίν;» (Μέρος 2ο)

Η ιστορία της αντίστασης των λαών απέναντι στους δυνάστες τους (κράτη, καπιταλισμό, αστική τάξη) περιλαμβάνει περιπτώσεις αγωνιστών που διώχθηκαν άδικα και φυλακίστηκαν ή ακόμα και εκτελέστηκαν για τη δράση τους: ο αναρχικός Τζο Χιλλ το 1915 και οι αναρχικοί Νικόλα Σάκκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι το 1927 στις ΗΠΑ, οι «Τέσσερις του Γκίλντφορ» (1975) και οι «Εφτά Μαγκουάιρ» (1976) στην Αγγλία, μέχρι τις μέρες μας, που ο Τάσος Θεοφίλου καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκιση σε μια δίκη-παρωδία made in Greece, αυτή τη φορά…

Τα «δημοκρατικά» καθεστώτα προσπαθούν με τη στοχοποίηση αθώων -μέσω των υποτακτικών τους, των παπαγάλων των ΜΜΕ- να πείσουν την «κοινή» γνώμη -τουλάχιστον το κομμάτι της που άγεται και φέρεται σαν τέτοια- ότι τα μεμονωμένα αυτά άτομα είναι επικίνδυνοι εγκληματίες που η κοινωνία οφείλει να αναγνωρίσει ως τέτοιους και να καταδικάσει. Ποντάρουν στα στοιχειώδη ένστικτα αυτοσυντήρησής της, οπότε αρκεί να βρεθεί ένας «κακός», για να ξεχαστεί ο κόσμος από τα πραγματικά του προβλήματα και να έχει αντικείμενο συζήτησης. «Κρίμα, νέοι άνθρωποι…», «Μακριά από ‘μάς!» θα πει ο μέσος πολίτης για την περίπτωση της Μαρφίν, ενώ θα ζητάει να πληρώσουν για το έγκλημα οι ένοχοι, ανεξαρτήτως πραγματικής απόδειξης της ενοχής τους: εν προκειμένω ο Θοδωρής Σίψας.

Παρόλα αυτά, και δυστυχώς για το καθεστώς, η ενημέρωση δεν είναι πλέον αποκλειστικά στα δικά τους χέρια, αφού η χρήση του ίντερνετ, η πολυφωνία και η αντιπληροφόρηση κερδίζουν καθημερινά έδαφος στο συνεχώς αυξανόμενο προβληματισμένο και ανήσυχο κομμάτι της κοινωνίας: αυτό το κομμάτι που αγνοεί τις δηλώσεις των Α. Σαμαρά, Σ. Κεδίκογλου, Χρ. Μαρκογιαννάκη και γνωστών δημοσιογράφων, τόσο σχετικά με την επαναφορά του θέματος «Μαρφίν» όποτε το καθεστώς κλυδωνίζεται, όσο και με την πολυδιαφημισμένη «ανάπτυξη».

Δεν μπορεί όμως κανείς να αγνοήσει το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό έχουν ενταθεί οι διώξεις (με την κατάλληλη «προβολή», βεβαίως βεβαίως) αγωνιστών του αναρχικού χώρου ως άκρως επικίνδυνων: οι τέσσερις της ληστείας στο Βελβεντό, που προτίμησαν να θυσιάσουν την επιχείρηση προκειμένου να μην πληγεί ο ανύποπτος πολίτης του οποίου το αυτοκίνητο πήραν για να διαφύγουν, ενώ σύμφωνα με δηλώσεις αυτόπτη μάρτυρα «Ένας από τους τρεις δράστες ήταν έξω από την τράπεζα λέγοντας στον κόσμο που βρισκόταν εκεί ότι “δεν έχουμε πρόβλημα μαζί σας, αλλά με την τράπεζα“. Όλα έγιναν ήπια, χωρίς να νιώσουμε απειλή» και ότι ένιωσε καθησυχασμένος όταν κατάλαβε ότι«δεν πρόκειται για κοινούς ληστές». Ο Κώστας Σακκάς, που αναγκάστηκε να κάνει απεργία πείνας για 38 μέρες ενάντια στην άδικη παράταση της προφυλάκισής του, ενώ μετά την απελευθέρωσή του συνελήφθη άλλες δύο φορές με γελοίες κατηγορίες, χωρίς φυσικά να λείπει η σχετική προπαγάνδα από τα ΜΜΕ, με κορύφωση τη βραδιά που αποφάσισε να φύγει μια και καλή: «αυτός δεν είναι ο φίλος του άλλου, που έφαγε 25 χρόνια για τη ληστεία στην Πάρο;» (Πρετεντέρης, 10/02/14). Ο Σπύρος Στρατούλης, αρχικά ποινικός κρατούμενος με αγωνιστική και πολιτική δράση μέσα στις φυλακές, απεργός πείνας για 61 μέρες για τις άδειες που του στερούσαν και τις νέες ανυπόστατες κατηγορίες που πήγαν να του φορτώσουν. Ο Τάσος Θεοφίλου, καταδικασμένος για τη ληστεία της Alpha Bank στην Πάρο με μόνο στοιχείο ένα καπέλο που άλλοτε εμφανίζεται και άλλοτε όχι στο φωτογραφικό υλικό, με το βίντεο που δείχνει τον δράστη να ακουμπάει με γυμνό χέρι αντικείμενα εντός της τράπεζας, ενώ σύμφωνα με την «έρευνα» δεν βρέθηκαν αποτυπώματα σε κανένα αντικείμενο! Που κατηγορήθηκε και φυλακίστηκε επειδή προκάλεσε με τα (υπέροχα) ανατρεπτικά κείμενά του («Παρανουαρικό») και επειδή δηλώνει χωρίς φόβο, αλλά με πάθος, αναρχικός κομμουνιστής.

Ο Θοδωρής Σίψας κατηγορείται επειδή είναι αναρχικός. Τελεία και παύλα. Το σύστημα πρέπει να προβάλει τον εχθρό του -τον κόσμο της αυτοοργάνωσης, της αλληλεγγύης (και όχι της ελεημοσύνης), της ισότητας και του «όλα για όλους», του αγώνα και της δράσης- ως άκρως επικίνδυνο για το δημόσιο καλό, ως διασαλευτή της δημόσιας «ησυχίας, τάξεως και ασφαλείας».

Η υπόθεση Μαρφίν, όμως, έχει κι άλλες διαστάσεις και γεννά προβληματισμούς και απορίες: γιατί μια τόσο σοβαρή υπόθεση, για την οποία πολιτικοί και δημοσιογράφοι διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους στα τηλεπαράθυρα, αργεί τόσο να εκδικαστεί; Μήπως είναι βολικό τελικά να χρησιμοποιείται εδώ και τέσσερα (!!!) χρόνια σαν άλλοθι των εξουσιαστών για τα μέτρα (φερέτρου) που παίρνουν κάθε τόσο, με το πρόσχημα «μπορεί να ξεπουλάμε τον τόπο, μπορεί να σε κάνουμε να υποφέρεις, αλλά εμείς νοιαζόμαστε να αποδοθεί δικαιοσύνη για τους νεκρούς της Μαρφίν!»; Γιατί την ξεθάβουν από τα συρτάρια τους κάθε τέλη Απριλίου-αρχές Μαΐου, επετειακά δηλαδή; Μήπως επειδή απευθύνονται καθαρά στο θυμικό των τηλεθεατών-ψηφοφόρων (όσων φυσικά έχουν ακόμα ρεύμα για να καμαρώνουν τα κνώδαλα που ψήφισαν στην τι βι); Γιατί οι κατηγορίες αποδόθηκαν στον «εμπρηστή» Θοδωρή έναν χρόνο μετά το συμβάν; Τι έκαναν τα λαγωνικά της ΕΛ.ΑΣ. για ένα ολόκληρο χρόνο; Αυτά είναι ερωτήματα που θέτει όχι μόνο κάθε αναρχικός, αλλά και κάθε στοιχειωδώς σκεπτόμενος άνθρωπος…

Τέλος, κάποιες σκέψεις σχετικά με τις δύο υποθέσεις, τη ληστεία της Alpha Bank στην Πάρο και τον εμπρησμό της Μαρφίν: και οι δύο αφορούν σε επιθέσεις σε τράπεζες, τις ιερές αγελάδες του καπιταλισμού, που για τη σωτηρία τους χύνεται -απροκάλυπτα πια- ανθρώπινο αίμα. Το δε αίμα των θυμάτων των δύο υποθέσεων είναι το τελευταίο που απασχολεί τη δικαιοσύνη – την ίδια «δικαιοσύνη» που την ανεξαρτησία και αμεροληψία της είδαμε και ακούσαμε πρόσφατα με τις «δηλώσεις» Μπαλτάκου, όχι ότι δεν γνωρίζαμε ήδη, φυσικά…

Και στις δύο περιπτώσεις κατηγορήθηκαν άνθρωποι από τον αναρχικό χώρο, τον πλέον αποφασισμένο εχθρό του καπιταλισμού. Και στις δύο περιπτώσεις θα μπορούσε να έχει κατηγορηθεί ο καθένας μας.

Στη μεν Πάρο ήταν απλά μια ληστεία με στόχο το κέρδος, όπως κάθε ληστεία τράπεζας, μια συνηθισμένη καλοκαιρινή μέρα – άρα δεν ευνοείται η «χρήση» της για επικοινωνιακούς μαραθώνιους, γι’ αυτό και η δίκη έγινε σε λογικά χρονικά πλαίσια· στη δε Μαρφίν ήταν μια εμπρηστική επίθεση σε μια μέρα μεγάλης και δυναμικής απεργίας – άρα το κράτος πρέπει να κάνει συνεχώς σαφές στους αντιστεκόμενους το «κάτσε στ’ αυγά σου (βλ. καναπές), πρόσεχε το τομάρι σου και μην κατεβαίνεις στον δρόμο, αλλιώς μπορεί να κατηγορηθείς για ό,τι συμβεί. Στο χέρι μας είναι, άλλωστε!»

Παρά τις διαφορές τους, οι δύο υποθέσεις παρουσιάζουν ομοιότητες: τα σαθρά, χαλκευμένα κατηγορητήρια, η απουσία πραγματικών αποδείξεων, η επίδειξη δύναμης του κράτους εκτάκτου ανάγκης και αδιακρίτου καταστολής σε αγωνιστές.

Το κράτος κάνει τη δουλειά του και ο αναρχικός χώρος καλείται να δώσει -και δίνει ήδη- άλλον ένα μεγάλο αγώνα. Στη θέση του Θοδωρή θα μπορούσε να είναι ο καθένας μας. Με τη στοχοποίησή του διωκόμαστε όλοι. Απαντάμε, και θα συνεχίσουμε ακούραστοι να απαντάμε, με την αλήθεια, την επιμονή μας, την αντιπληροφόρηση, την παρουσία μας, τον αγώνα και τις δράσεις μας, μέχρι την πολυπόθητη Ελευθερία. Για όλους.

ΠΟΝΤΑΡΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ, ΘΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΤΡΙΨΕΙ Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Ο Κανένας