Το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν #18

Οι 5 κανόνες της μάχης

  • Η πίστη. Πριν αντιμετωπίσεις μια μάχη, είναι απαραίτητο να πιστεύεις στον λόγο του αγώνα.
  • Οι σύντροφοι. Διάλεξε τους συμμάχους σου και μάθε να αγωνίζεσαι συλλογικά, γιατί κανείς δεν κερδίζει μόνος του έναν πόλεμο.
  • Ο χρόνος. Μια μάχη τον χειμώνα είναι διαφορετική απ’ αυτή το καλοκαίρι, ο καλός πολεμιστής, για να μπει στη μάχη, παίρνει υπόψη του την κατάλληλη στιγμή.
  • Ο χώρος. Δεν παλεύουμε με τον ίδιο τρόπο σε ένα στενό και σε μια πεδιάδα. Πάρε υπόψη σου αυτό που υπάρχει γύρω σου, και διάλεξε τον καλύτερο τρόπο για να κινηθείς.
  • Η στρατηγική. Ο καλύτερος πολεμιστής είναι εκείνος που καταστρώνει τη μάχη του.

Τσουανγκ Τζου, 2500 χρόνια πριν…

…Και αν αυτά ακούγονται κάπως παρωχημένα, άτοπα ή αφηρημένα, αυτό ίσως να έγκειται στον τρόπο με τον οποίο χρόνια τώρα (δεν) αντιμετωπίζουμε (συλλογικά) πολιτικά και στρατιωτικά αυτό που λέμε κοινωνικό-ταξικό πόλεμο. Η άρνηση-αδυναμία να δημιουργήσουμε (τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας) τη φόρμα-μορφή εκείνου του φορέα που θα επεξεργαστεί στρατηγικές, που θα εκφράσει καθαρά, που θα υλοποιήσει αποτελεσματικά και μαχητικά (όσο το δυνατόν περισσότερο) συλλογικές θέσεις-αποφάσεις είναι τελικά τα δεσμά που οι ίδιοι βάλαμε στους εαυτούς μας και μας καθιστούν αναποτελεσματικούς.

Όταν η πίστη γίνεται απογοήτευση και παράλυση. Όταν οι σύντροφοι-ισσες δεν βρίσκονται, δεν επικοινωνούν, δεν ραδιουργούν, δεν συμπαραστέκονται στους φυλακισμένους του αγώνα. Όταν ο χρόνος καθορίζεται από τη ΓΣΕΕ, την κοινοβουλευτική αριστερά, τις εθνικές επετείους. Όταν ο χώρος είναι οι δρόμοι γύρω από τη βουλή. Όταν η στρατηγική παραμένει το «πάμε και βλέπουμε», τότε κάτι δεν πάει καλά. Μήπως έχουμε μολυνθεί με τον ιό της ηττοπάθειας; Αν ναι, πρέπει να τον ξεφορτωθούμε, δεν έχει κανένα νόημα να δίνεις μια μάχη που ήδη τη θεωρείς χαμένη.

Να δώσουμε τρόπο στην οργή

ΑΝ θέλουμε να περάσουμε τους παραπάνω σκοπέλους, είναι άμεση ανάγκη να επανεξετάσουμε ριζικά τον τρόπο με τον όποιο λειτουργούμε, τόσο στις εσωτερικές διαδικασίες μας όσο και στο δημόσιο πεδίο, να εντοπίσουμε τα βαρίδια που μας καθιστούν αντιπαραγωγικούς (ειδικά στον τρόπο λήψης αποφάσεων) και να τα ξεφορτωθούμε. Να αξιολογήσουμε τις εμπειρίες μας, να βρούμε τη διάθεση να συμπράξουμε, όταν γίνουν αυτά θα βρεθεί και ο τρόπος. Εν τέλει, αν είναι να ομφαλοσκοπούμε ας είναι τουλάχιστον μια δημιουργική διαδικασία.

Σαφώς και δεν μιλάμε για παρθενογένεση, τα πάθη είναι συνυφασμένα με τα λάθη, το θέμα είναι κατά πόσο θα εξελιχθούμε βάσει των δικών μας επιθυμιών και όχι αυτές των αντιπάλων μας. Έχει μεγάλη σημασία αυτό, γιατί αλλιώς λειτουργεί κανείς σε θέση άμυνας και διαφορετικά όταν έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Η μορφή και το περιεχόμενο

Είναι κάτι που πρέπει να το επεξεργαστούμε. Μπορούμε να φανταστούμε τον φορέα αυτόν που θα τοποθετήσει τον αγώνα για την αντιεξουσία σε υψηλότερα επίπεδα; Που θα ανταποκρίνεται σε μια εποχή πολιτικοοικονομικής αστάθειας (που άρχισε ουσιαστικά τον περασμένο Νοέμβριο); Αν όχι, δεν έχουμε σπάσει δύο βασικά ταμπού, αυτό της ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ και αυτό της διαχείρισης της ΕΞΟΥΣΙΑΣ. Αυτό είναι μια προϋπόθεση.

«Οι συνειδητές δυνάμεις ας σηκώσουν ψηλά, σε μια μορφή που θα κοιτάζει όμως το μέλλον, τη σημαία της επανάστασης. Μιας επανάστασης που δεν θα είναι περίπατος ή μια απέραντη διαδήλωση εκατομμυρίων, δεν θα είναι γιορτή ή πανηγύρι. Αλλά θα προϋποθέτει στρατηγική, ένα συνειδητό σχέδιο που θα συντονίζει το ταξικό μίσος με το όραμα ενός ανθρώπινου κόσμου, και φυσικά ένα συνειδητό φορέα-(sic)κόμμα που θα φέρει σε πέρας τα τεχνικά και πολιτικά καθήκοντα της καταστροφής, αλλά και της οικοδόμησης ενάντια στα σχέδια της αντίδρασης – μνημονιακής ή μη. Αν αυτά ακούγονται γραφικά (πιο γραφικά από την κατοχή και το μεγαλείο του ελληνικού λαού;) ή αδιανόητα, μήπως κι αυτά που συμβαίνουν τώρα για όσους είχαν αποκοιμηθεί ακούγοντας τις “σειρήνες” της ανάπτυξης δεν φάνταζαν αδιανόητα τότε;».

Είναι καιρός να συζητήσουμε αυτά τα ζητήματα στην ομάδα, παρέα ή συλλογικότητά μας.

Carpe Diem