Κλείνοντας αυτό το έκτακτο τεύχος της εφημερίδας και θέλοντας να αποτυπώσουμε με ένα διαφορετικό τρόπο, όλα αυτα που προηγήθηκαν γραπτά εντός της σε συνδυασμό με την πραγματικότητα που βιώνουμε παραθέτουμε δύο αποσμάσματα απο «Το κλέφτικο» του Γ. Πρεβερουδάκη.
Ένα από τα χιλιάδες ποιήματα που ταιριάζουν σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε τώρα. Που διανύουμε τώρα, εδώ, στα Βαλκάνια. Μια περίοδος που εργάτες, άνεργοι, εκμεταλλευόμενοι και καταπιεσμένοι κατεβαίνουν αγκαζέ στους δρόμους να διεκδικήσουν ένα όνομα μαζί με βιομήχανους, αφεντικά και λογιών εξουσιαστές, κάτω από την ομπρέλα των «εθνικών διεκδικήσεων». Όλο αυτό δεν αφορά ούτε τους πλειστηριασμούς, ούτε τις μειώσεις μισθών, ούτε την καταστολή. Αφορά ένα «περήφανο» όνομα μιας έκτασης Γης για κάποιους. Αλλά για κάποιους άλλους -ΝΑΤΟ, Ρωσία, Ε.Ε.- είναι ξεκάθαρα ένα πεδίο μάχης διάφορων συμφερόντων. Τόσο μεγάλων συμφερόντων που δεν θα διστάσουν, πόσο δε μάλλον όταν έχει προηγηθεί μια κοινωνική νομιμοποίηση μέσω των πολυπληθών συλλαλητηρίων, να προχωρήσουν σε περαιτέρω πολεμικές επιχειρήσεις. Είναι ξεκάθαρο ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας έχει υιοθετήσει σαν πρόβλημα της τα προβλήματα του κράτους, εναντίον κάποιων άλλων κρατών, μετονομάζοντας τα σε εθνικά ζητήματα, κοιτώντας επιλεκτικά την ιστορία, στηριζόμενο στη λήθη. Αυτό προκύπτει σαν ένα ακόμα αποτέλεσμα των ιστορικών συνθηκών που έχουν περάσει και που ταυτόχρονα διαμορφώνονται στο παρόν. Όσο λοιπόν, το εποικοδόμημα παραμένει ανέπαφο, όσο οι κοινωνικές σχέσεις ζέχνουν εξουσία και εκμετάλλευση, τόσο σημαντικό θα είναι να τονίζουμε τα αυτονόητα και να αποδομούμε την κυρίαρχη λογική που μας θέλει ενωμένους κάτω από εθνικές σημαίες.
Εμείς αμετανόητα, για πολλοστή φορά δηλώνουμε πως δικό μας καθήκον είναι να κάνουμε πραγματικότητα τους χειρότερους εφιάλτες των αφεντικών. Δηλώνουμε πως θα αγωνιζόμαστε πάντα για την κατάλυση κάθε κράτους με οποιοδήποτε όνομα, κάθε εξουσιαστικού μηχανισμού με οποιαδήποτε μορφή και κάθε εξουσιαστή από οποιαδήποτε πλευρά των συνόρων. Δηλώνουμε πως ΚΑΝΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΝΩΝΕΙ, ΚΑΝΕΝΑ ΟΝΟΜΑ ΔΕΝ ΜΑΣ ΧΩΡΙΖΕΙ.
[…]Είδα τις καλύτερες γενιές του μυαλού μουδιαλυμένες απ’ τη φαιδρότερη Λογική
υστερικές, γυμνές και χρεωμένες
να σέρνονται σε βαλκάνιους δρόμους την αυγή γυρεύοντας
τρόπους για να πληρωθεί μια αναγκαία δόση,
ρεμπέτες-άγγελοι που τσάκισαν τη ράχη τους μεταφέροντας πίτσες,
φιλέτα ροφού σβησμένα σε σαμιώτικο, έπιπλα «κάν’ το μόνος σου» και είδη υγιεινής,
που φτωχοί στήθηκαν καπνίζοντας μπροστά από υπερφυσικές οθόνες
μ’ έναν τρόμο παράλυτο για τα βιογραφικά τους,
που βρήκαν την κόμισσα Seroxat να σέρνεται ξημερώματα στην Ηπείρου
συντροφιά με τον βαρόνο Tavor και τη μακρινή εξαδέλφη του ―
αναιμική δεσποινίδα του ιδιωτικού παροράματος ―Xanax[…]
[…]Τραμπουκομάνα Σαλονίκη
μ’ άδεια καλάζνικοφ σ’ εκδικούνται
παλιννοστούντες συμμορίτες από την Οδησσό
στην άκρη των χειλιών σου ιδρύεται η Εχθρική Εταιρία
πάνω σε νεορθόδοξα τρίκυκλα τ’ άμφια αλωνίζουν
και μ’ εξαπτέρυγα σιρίτια βαράνε μπαλωθιές
ροπαλοφόροι αγιογδύτες
βαρόνοι θεσμικοί
κι η αγάπη μου για σένα είναι κάτω απ’ τη γη
ναι, η αγάπη μου για σένα θα ‘ναι πάντα
κάτω απ’ τη γη[…]