Για την υπόθεση των Τεμπών έχουν γραφτεί –η αλήθεια είναι– πολλά πράγματα που αφορούν τα γεγονότα του δυστυχήματος και της δολοφονίας τουλάχιστον 57 ανθρώπων, αλλά και της μετέπειτα κρατικής και μιντιακής τους διαχείρισης.
Θα ξανά αναφερθούν τα βασικότερα σημεία, αρχικά του εγκλήματος και μετέπειτα και της όλης διαχείρισης της κρίσης αυτής. Όσον αφορά το ίδιο το έγκλημα με τη σύγκρουση των τραίνων, η θεωρία της κρατικής ευθύνης είναι η ουσιαστικότερη όλων. Το κράτος ευθύνεται ακέραια για αυτό το ζήτημα. Σειρά κυβερνήσεων, κυβερνητών, επί μέρους υπουργών και τεχνοκρατών, γνώριζαν και γνωρίζουν ότι η ασφάλεια στα τραίνα δεν μπορεί να υπερβεί το κέρδη τους. Έτσι, η μεγιστοποίηση του κέρδους αποτέλεσε το κριτήριο λειτουργίας των σιδηροδρόμων. Αυτή η κρατική πορεία και επιλογή, εξηγεί και τις «ανεξήγητες» κινήσεις της υποβάθμισης, ξεπουλήματος και λειτουργίας με λογικές ιδιωτικής αγοράς και ανταγωνισμού, παρ’ όλο που τα «κόστη» συνέχισαν να παραμένουν «δημόσια και κοινωφελή» έξοδα. Οι ιδιωτικοποιήσεις, μνημονιακή δέσμευση των κομμάτων όλων των αποχρώσεων, είναι κρατική πολιτική που άλεσε στον μύλο της χιλιάδες ανθρώπους, ειδικά την εποχή της ψήφισης των μνημονίων, αλλά και αργότερα. Το κράτος ρύθμισε, απορύθμισε και εν τέλει καλείται να διαχειριστεί την κρίση που το ίδιο δημιούργησε. Με μόνη «παραφωνία» τη μαζική αντίδραση, κάθοδο στον δρόμο και αμφισβήτηση του κρατικού μονοπωλίου στην ενημέρωση, την αλήθεια, και εν μέρει στη βία.

Μετά την κρίση –εν προκειμένω τη δολοφονία στα τραίνα– έρχεται η διαχείρισή της, όπως σε όλες τις κρίσεις. Οι μηχανισμοί δεν είναι νέοι. Ο κόσμος με ανοιχτά μάτια, έχει δει παρόμοια πράγματα σε σειρά θεμάτων με κύρια τις κρατικές ή καπιταλιστικές δολοφονίες μέσα στα χρόνια.
Βασικό ρόλο σε αυτή τη συγκάλυψη έχουν παίξει τα ΜΜΕ. Πάντα πρόθυμα φερέφωνα των κυβερνώντων, ή των εκάστοτε εξουσιαστών, των ολιγαρχών και γενικώς των αφεντικών. Πέρα από τη συνεχή παραπληροφόρηση σε ένα επίπεδο εντυπώσεων ή τίτλων, τα ΜΜΕ δημιούργησαν ακόμη πιο ενδιαφέρον σκηνικό ασάφειας. Το κύριό τους μέλημα ήταν και είναι να ειπώνονται τόσα σενάρια και πληροφορίες, που εν τέλει να μην κατανοούμε καν τι είναι αλήθεια, ψέμα, υπερβολή, δήλωση, δεδομένο κ.λπ. Αυτή η «σούπα» δημιουργεί ένα μόνιμο αίσθημα ανασφάλειας όσον αφορά τα οφθαλμοφανή και απλά πράγματα που συνέβησαν εκείνο το βράδυ, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια, όπως και τα επόμενα.
Άλλος καθοριστικός παράγοντας ασάφειας και δημιουργίας αντιθετικών θέσεων ήταν και είναι οι εκάστοτε «επιτροπές ειδικών» που το κράτος δημιούργησε και στελέχωσε, και μάλιστα μετά το έγκλημα στα Τέμπη. Αυτές οι επιτροπές έπαιξαν στα όρια της ασάφειας, κλείνοντας το μάτι στα κυβερνητικά αφηγήματα. Εν τέλει, οι περσόνες που διεκπεραίωσαν τη δύσκολη δουλειά, παραιτούνται και εξαφανίζονται, εκτεθειμένες από άλλα επιστημονικά κέντρα που έδωσαν στοιχεία διαφορετικά από αυτά που ζήτησαν. Τρανό παράδειγμα ο Παπαδημητρίου του ΕΟΔΑΣΑΑΜ. Έτσι, ένα-ένα τα αφηγήματα που απαντούν με σκέτη φρασεολογία, και χωρίς περιεχόμενο (για παράδειγμα συνωμοσιολόγοι), πέφτουν με κρότο. Εμφανίζονται βίντεο από USB πεταμένα σε κάδους σκουπιδιών, δεν πρέπει να εμφανιστούν πορίσματα που μιλάνε για εύφλεκτα υλικά, εξαφανίζονται βαγόνια, μηχανές, ανθρώπινα μέλη και ολόκληροι χώροι εγκλήματος, και πόσα άλλα μικρά ή μεγάλα παραδείγματα που αγνοούμε εμείς, αλλά και η δημόσια σφαίρα.
Φυσικά, από αυτή την ιστορία δεν λείπει η «Δικαιοσύνη». Ο θεσμός πάνω από όλα, που δεν λογοδοτεί και δεν επηρεάζεται από τίποτα και κανέναν. Ή τουλάχιστον αυτό πρέπει να πιστεύουμε όταν εκτελεί διαταγές πάνω στα μυαλά, τα κορμιά και την ελευθερία μας. Η δικαιοσύνη έχει παίξει και θα παίξει τον πιο βρώμικο ρόλο σε όλο αυτό το έγκλημα. Γιατί εάν δεν παίξει αυτή τον πιο βρώμικο ρόλο, με τις υπερεξουσίες που έχει (καθώς τις έχει και τις χρησιμοποιεί όταν δικάζει μετανάστριες, φτωχοδιάβολους, εξεγερμένες και ένοπλους αντάρτες) θα μπορούσε να βάλει την ιστορία αυτή σε άλλη ροή. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπάρχουν αυταπάτες, ο ρόλος της δικαιοσύνης είναι να συγκαλύψει και να ρίξει ταφόπλακα στα τομάρια που ευθύνονται πραγματικά για τα Τέμπη. Εάν δεν είχε αυτό τον ρόλο, τότε δεν θα μιλούσαμε για κράτος, αλλά για κάτι διαφορετικά. Η δικαιοσύνη είναι πυλώνας του κράτους, έχει σχέσεις με το παρακράτος και τη μαφία και έτσι χειρίζεται και την υπόθεση των Τεμπών.
Για αυτούς τους λόγους η δικαιοσύνη «δεν έχει κάνει καλά τη δουλειά της», γιατί ο ρόλος της είναι να κλείσει άρον-άρον η υπόθεση, να δηλώσει ανεπηρέαστη από τα κέντρα εξουσίας (λες και δεν έχουν οι εισαγγελείς τηλέφωνα και όρεξη για εξουσία και χρήμα) και να βάλει να την πληρώσουν οι «ένοχοι εξ αρχής», όπως ο σταθμάρχης.
Αυτή τη δικαιοσύνη πίεσε ο απεργός πείνας για 23 ημέρες Πάνος Ρούτσι, πατέρας του Ντένις, δολοφονημένου στα Τέμπη στις 28/02/2023. Ο πατέρας αυτός, με τη στήριξη αλληλέγγυων απεργών πείνας, αλλά και ένα μαζικό κίνημα από τα κάτω, ώθησε τη δικαιοσύνη που δεν επηρεάζεται, να μετατοπιστεί και να ικανοποιήσει τα αιτήματά του. Το αίτημά του, χωρίς τα επί μέρους, είναι ένα και είναι να γίνει γνωστό από τι εν τέλει πέθανε ο γιος του, όπως και άλλα άτομα εκείνο το βράδυ. Γιατί, ό,τι και αν βγει από αυτή την τεχνοκρατική εξέταση και έρευνα, το περιεχόμενο του εγκλήματος δεν αλλάζει ούτε λίγο. Τα νέα παιδιά, οι φοιτήτριες, οι μετανάστες, οι εργάτριες και οι άνεργοι εκείνου του τραίνου δολοφονήθηκαν από το κράτος, σκυλεύτηκαν ως νεκροί από τους μπάτσους και τους προϊσταμένους τους, λοιδορούνται από τα μίντια, δολοφονούνται κάθε μέρα από την ελληνική δικαιοσύνη.
Για να γυρίσουμε στην αρχική διατύπωση ότι το έγκλημα αυτό φέρει κρατική σφραγίδα, να αναφέρουμε ότι όσον αφορά την πυρόσφαιρα και τα αίτια που οδήγησαν σε αυτή δεν χρειάζεται να είμαστε ειδικοί για να αντιληφθούμε ότι πολλά «εμπορεύματα» μπορεί να πηγαινοέρχονται με τα τραίνα αυτά. Εάν υπάρχει έστω και μία πιθανότητα, το κράτος, και μάλιστα ο ίδιος ο Μητσοτάκης, να καλύπτουν κάποιον που μετέφερε τέτοιο φορτίο, μιλάμε για μία «κατάλυση του κράτους» προς μία κατεύθυνση άγριας ολιγαρχικής προσέγγισης, κάτι που δεν φαίνεται μακρινό με τις μαφιόζικες πρακτικές που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στο ελληνικό, αλλά και παγκόσμιο, πολιτικό στερέωμα.
Κλείνοντας αυτή την ανασκόπηση, δεν μπορούμε να αφήσουμε εκτός ότι η μόνη δυναμική απάντηση που μπορεί να δοθεί σε αυτά τα καθάρματα για να υπάρξει μία όποια αλλαγή στις ζωές μας, είναι η ύπαρξή μας στον δρόμο. Θέλει πείσμα, θέλει αντίσταση, θέλει καθαρό βλέμμα και κινήσεις, και έτσι θα σταθούμε στα πόδια μας. Και εάν ένα κομμάτι των διαδηλωτών/τριών δεν επιθυμεί βίαιες συγκρούσεις με τους μπάτσους που τους προστατεύουν, ας αναλογιστούν τι θα δώσει η «ειρηνική συνύπαρξη» των «χασάπηδων του κόσμου» με τα «θύματά» τους, ας αναλογιστούμε εάν θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τη ζωή μας και το είναι μας, σαν θύματα, ή αν θα πάρουμε τις ζωές και τις επιλογές μας στα χέρια μας. Ακόμη και αν αυτά κρατάν πέτρες, ξύλα και φωτιές…
Τέμπη, Πύλος, Παλαιστίνη, δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη
καρόσι