Ο Κωνσταντίνος Γιαγτζόγλου κατηγορείται από την αστική «δικαιοσύνη» για συγκρότηση-ένταξη σε τρομοκρατική οργάνωση σύμφωνα με τον νόμο 187/Α, και βρίσκεται προφυλακισμένος από το τέλος του Οκτώβρη 2017 για την υπόθεση αποστολής δεμάτων με εκρηκτικά σε αξιωματούχους.
Στις 21/2 αρχίζει απεργία πείνας με μόνο του αίτημα τη μεταφορά του από τις φυλακές Λάρισας στον Κορυδαλλό, καθώς ως κάτοικος Αθήνας στη Λάρισα δεν μπορούσε να έχει επαφή με το συνήγορο και την οικογένειά του. Στις 24/2, διανύοντας την τρίτη ημέρα απεργίας, η αντιτρομοκρατική εισβάλλει στο κελί του και τον απαγάγει προς άγνωστη κατεύθυνση χωρίς καν να προλάβει να πάρει τα προσωπικά του αντικείμενα. Ο Ντίνος προσπαθεί να αντισταθεί και παρά την ευπαθή κατάσταση που βρίσκεται, ξυλοκοπείται άγρια.
Μόλις το γεγονός γίνεται αντιληπτό στην πτέρυγα Α (όπου ο ίδιος βρίσκεται), οι κρατούμενοι φωνάζουν και βρίζουν τους μπάτσους. Συγκεντρώνονται και ενημερώνοντας τις υπόλοιπες πτέρυγες βραχυκυκλώνουν τη φυλακή και απελευθερώνουν το εσωτερικό της. Βρίσκονται στο προαύλιο, αποδεικνύοντας ότι η αλληλεγγύη δεν γνωρίζει σύνορα και φράκτες ούτε ξεχωρίζει ποινικούς από πολιτικούς. Άραβες, ρώσοι, έλληνες, αλβανοί υψώνουν τη γροθιά και τη φωνή τους απέναντι στους ανθρωποφύλακες, στο σύστημα της φυλακής και στο κράτος. Ήταν εκείνες οι μέρες που τα μέσα μαζικής εξημέρωσης έπαιζαν στα δελτία τους τον τίτλο «εξέγερση στις φυλακές». Δράσεις αλληλεγγύης στον Ντίνο πραγματοποιούνται και στις γυναικείες φυλακές, όπου οι κρατούμενες αρνούνται να επιστρέψουν στα κελιά τους και κρατούν το προαύλιο ανοιχτό για αρκετές ώρες. Τα αιτήματα αφορούν την άμεση επιστροφή του Γιαγτζόγλου στον Κορυδαλλό και την παύση των απαγωγών φυλακισμένων. Σε επίσκεψη του γενικού διευθυντή συντονισμού σωφρονιστικών καταστημάτων, η επιτροπή των κρατουμένων απαιτεί να αποσυρθεί ο εκβιασμός των πειθαρχικών και ποινικών διώξεων εις βάρος όσων συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις. Ύστερα από προφορική δέσμευση για τη θετική επίλυση των αιτημάτων -και παρά το κλίμα δυσπιστίας- η κινητοποίηση αναστέλλεται προσωρινά. Ο Γιαγτζόγλου ενημερώνεται για την κατάσταση που επικρατεί στις φυλακές και για τη σύγκλιση έκτακτου συμβουλίου και κλιμακώνει με απεργία δίψας στις 25/02.
Πραγματοποιούνται κινήσεις αλληλεγγύης και έξω από τις φυλακές. Γίνεται συγκέντρωση στο υπουργείο δικαιοσύνης, η οποία δέχεται, για ακόμη μια φορά, καταστολή με αποτέλεσμα τέσσερις συλλήψεις. Στην Αθήνα, καταλαμβάνονται τα γραφεία της εφημερίδας «ΑΥΓΗ» και η πρυτανεία. Στη Λάρισα γίνονται παρεμβάσεις έξω από τις φυλακές και το νοσοκομείο που νοσηλεύεται. Στη Θεσ/νίκη καταλαμβάνεται η σχολή θεάτρου ΑΠΘ, ενώ στο Βόλο ο θόλος του ΠΘ. Παρά τις κατασταλτικές προσπάθειες, εμφανίζεται ένα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης και αντίστασης με κινήσεις και δράσεις πανελλαδικά. Η πίεση που ασκείται στο κράτος αποδίδει καρπούς, καθώς στις 02/03 ανακοινώνεται η επικείμενη μεταγωγή του στον Κορυδαλλό. Με τη γνωστοποίηση της απόφασης εκείνος παύει τη «λευκή απεργία».
Σε έναν ελιγμό από μεριάς του κράτους, η μεταγωγή του Ντίνου συντελείται στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης των φυλακών Κορυδαλλού σε φυλακές υπόδικων.
Στο προσκήνιο των κατηγοριών του Γιαγτζόγλου φαίνεται ότι πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε για ακόμη μια φορά ο 187/Α. Πρόκειται για έναν νόμο που κατασκευάζει κατηγορίες και οδηγεί αγωνιστές στη φυλακή λόγω της αναρχικής και αντιεξουσιαστικής ιδεολογίας τους, χαρακτηρίζοντας ως «τρομοκρατικές ενέργειες» ακόμα και πλημμελήματα, όπως η διακεκριμένη φθορά δημόσιας περιουσίας, κατηγορίες που χρησιμοποιούνται συχνά εναντίον διαδηλωτών και αγωνιστών. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένας μπάτσος, ένας δικαστής και οι κατηγορίες ότι οι ενέργειες είναι δυνατό να βλάψουν τη χώρα, ένα διεθνή οργανισμό ή ότι έχουν σκοπό να εκφοβίσουν έναν πληθυσμό, ενώ αυτές στοιχειοθετούνται χωρίς το ανάλογο αποδεικτικό υλικό. Όπως είναι ορατό, υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αυθαιρεσίας στην κρίση του κατά πόσο μια ενέργεια είναι τρομοκρατική, δηλαδή έχει σκοπό να βλάψει μια χώρα ή να εκφοβίσει έναν πληθυσμό. Ακόμα και μια διαδήλωση που έχει μεγάλη απήχηση σε κόσμο μπορεί να θεωρηθεί εξαναγκασμός μια δημόσιας αρχής ή κυβέρνησης. Με λίγα λόγια μπορεί λόγω οποιασδήποτε δράσης να ασκηθεί δίωξη για παραβίαση του 187/Α, και να στηθούν κατηγορίες.
Ας ανατρέξουμε λίγο στο παρελθόν και ας δούμε πολύ συνοπτικά μερικές από τις υποθέσεις ανθρώπων που ήρθαν αντιμέτωποι με τον 187/Α:
α) Ηριάννα: Η συνταγή απλή και δοκιμασμένη. Το μόνο που χρειαζόταν για τη συγκεκριμένη υπόθεση ήταν λίγο δείγμα DNA και το σενάριο της αντιτρομοκρατικής για τη συμμετοχή της σε τρομοκρατική οργάνωση και παραβίαση του 187/Α. Χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο καταδικάστηκε σε 13 χρόνια κάθειρξη.
β) Τάσος Θεοφίλου: Η αντιτρομοκρατική παίζει πολύ καλά τον ρόλο της, καθώς ο Θεοφίλου κατηγορήθηκε για συμμετοχή σε ληστεία, και εξαιτίας της αναρχικής ιδεολογίας του συνδέθηκε από τους μπάτσους και τους δικαστές ως μέλος της Ε.Ο «Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς». Δικάστηκε με βάση τον νόμο 187/Α και καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 25 χρόνια κάθειρξη, για να αθωωθεί από όλες τις κατηγορίες στο εφετείο, έχοντας περάσει 5 χρόνια στη φυλακή. Σήμερα η αντιτρομοκρατική και οι χειραγωγούμενοι από αυτή δικαστικοί κύκλοι ζητούν αναίρεση της αθώωσης και εκ νέου παραπομπή σε δίκη.
Θύμα της αντιτρομοκρατικής και του τρομονόμου μπορεί να πέσει οποιοσδήποτε αγωνιστής ή τυχαίος πολίτης που το κράτος, οι μπάτσοι, οι δικαστές και οι δημοσιογράφοι θα προσπαθήσουν να παρουσιάσουν ως τέρας, επικίνδυνο για την «τέλεια» δομημένη καπιταλιστική κοινωνία, προκειμένου να κερδίσουν την εύνοια της συντηρητικής μερίδας του κοινωνικού συνόλου.
Ας μην ξεχνάμε ότι για να πραγματοποιηθεί το αίτημα του, ο Γιαγτζόγλου έπρεπε κυριολεκτικά να φτάσει λίγο πριν το θάνατο. Ας μην γελιόμαστε, στη θέση του θα υπάρξουν και άλλοι αγωνιστές και αγωνίστριες. Όσο ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός προχωρά, όσο υπάρχει ο θεσμός του κράτους και των φυλακών, τόσο θα έχουμε περισσότερους 187/Α και περισσότερη καταστολή. Όμως μέχρι το γκρέμισμα κάθε φυλακής, θα υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται, θα υπάρχει η αλληλεγγύη, μέσα κι έξω από τα κελιά.
incomidita