«μόνο όταν μιλάς ψιθυριστά
σ’ ακούνε αυτοί που θέλουν ν’ ακούσουν πραγματικά»
~Jolly Roger
«Το υπουργείο Πολιτισμού, στενά συνδεδεμένο με την ευρύτερη περιοχή, μέσω του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του κεντρικού του κτιρίου, ανησυχεί για την κλιμακούμενη αποσάθρωση του αστικού ιστού, και θα αναλάβει πρωτοβουλίες για αναβάθμιση μαζί με όλους τους θεσμικούς φορείς και τις κοινωνικές συλλογικότητες».
Με αυτά τα λόγια το υπό αριστερή διαχείριση κράτος ξεκαθάρισε ότι θα σταθεί εγγυητής της ελευθερίας του δημόσιου χώρου. Μιας ελευθερίας βέβαια αντιλαμβανόμενης στο πλαίσιο ενός κουρελιασμένου κοινωνικού συμβολαίου και άρρηκτα συνδεδεμένης με την ιδιοκτησία, τον καπιταλισμό και την εξουσία. Η αναβάθμιση στην οποία αναφέρεται η ανακοίνωση του υπουργείου δεν θα μπορούσε φυσικά να είναι διαφορετική από όλες τις υπόλοιπες «αναβαθμίσεις» που έχουμε υποστεί όλοι εμείς που ζούμε καθημερινά την εξουσιαστική βία στους δρόμους των μητροπόλεων. Κάπως έτσι, το εντυπωσιακό και γοητευτικά σκοτεινό γκραφίτι που κάλυψε την πρόσοψη του ιστορικού κτιρίου του Πολυτεχνείου στη συμβολή των οδών Πατησίων και Στουρνάρη εν μια νυκτί, έγινε η αφορμή να γραφτεί ακόμη μια μικρή παράγραφος στον πάπυρο της κυρίαρχης αφήγησης. Πέρα από τις ευφάνταστες νόρμες που εφευρέθηκαν για να ακρωτηριάσουν την τέχνη του δρόμου, πέρα από τους προκρούστειους καλλιτέχνες, δημοσιογράφους και κριτικούς του συστήματος, που αγέλαστοι έστρωσαν το αραχνιασμένο κρεβάτι τους, διαβάσαμε και για την αγαστή συνεργασία των «φορέων» που έχουν αναλάβει να μας ταράξουν στην καθαρότητα του αστικού τοπίου.
Με άρωμα gentrification, λοιπόν, διαβάσαμε για την εργολάβο εταιρεία, η οποία πουλάει «βιοδιασπώμενα προϊόντα αντι-γκράφιτι», και για τον επιχειρηματία-αφεντικό που αρμονικά συνεργάζεται με το Ε.Μ.Π. και τον Δήμο Αθηναίων (βλ. Καμίνη). Διαβάσαμε ότι είναι σημαντική η ανασυγκρότηση της ευρύτερης περιοχής και η «απομάκρυνση του ζόφου», για να μπορέσουμε επιτέλους να αποκαταστήσουμε τον αθηναϊκό αυτό πυρήνα, ενώ τέλος άνοιξε ένας δημόσιος διάλογος για τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούν να «προστατευτούν» στο μέλλον οι «ευγενικές» παρεμβάσεις του κράτους στη δημόσια σφαίρα: χημικά, φύλακες, κάμερες ‒ καταστολή.
Οπότε ο υπουργός είχε δίκιο. Η δράση της ομάδας των street artists ήταν μια κατάληψη που συνεπάγεται βία. Είναι σαφές ότι οποιαδήποτε κίνηση προς οικειοποίηση του δημόσιου χώρου στο πλαίσιο που προαναφέρθηκε είναι μια πράξη που αμφισβητεί όχι μόνο την κυρίαρχη αφήγηση περί ιδιοκτησίας και κοινωνικού συμβολαίου (προνομιακού πάντα για την εξουσία), αλλά χαλάει και την κερδοφόρα σούπα που ονειρεύονται καθηγητάδες και επιχειρηματίες. Μια τέτοια κίνηση δεν μπορεί παρά να εκλαμβάνεται ως βίαιη για το καθεστώς. Είναι μια κίνηση που επιτίθεται στην ίδια την υπόστασή του, αφού ο έλεγχος κάθε πτυχής της ανθρώπινης ζωής με σκοπό την εκμετάλλευση είναι θεμελιώδης ανάγκη του καπιταλιστικού κράτους.
Για άλλη μια φορά γίναμε μάρτυρες του «φιλικού» προσώπου της αριστερής καταστολής, της οποίας ο λόγος και τα κίνητρα σε τίποτα δεν έχουν να ζηλέψουν από τις παραδοσιακά συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις. Η όποια «απομάκρυνση του ζόφου» αφορά την απομάκρυνση των γκραφίτι, των ναρκωτικών, των μεταναστών μικροπωλητών και τη μεταφορά τους σε κάποια άλλη γειτονιά ή -αν είναι δυνατόν- και σε κάποιο άλλο «πλανήτη», έτσι ώστε η περιοχή που έχει να επιδείξει έναν ιδιαίτερο πολιτισμό στους τουρίστες και τα λεφτά τους να μείνει με καθαρούς τοίχους, ελεύθερα παγκάκια, καλοντυμένους σεκιουριτάδες κι ευγενικούς μπάτσους.
Κι εμείς; Εμείς θα πρέπει μάλλον να στριμωχτούμε σε κάποιον άλλο «πλανήτη» της καπιταλιστικής μητρόπολης μαζί με το «ζόφο». Ή αυθάδικα να οπλίσουμε τις επιθυμίες μας.
Ενβίκτις Οναύτις