Πότε ξεκίνησε η Συντεχνία Πλην; Πώς προέκυψε το ΛΥΣΣΑ crew και συνεπώς η ΛΥΣΣΑ, το πρώτο αυτοοργανωμένο κινηματογραφικό εγχείρημα;
Η +τεχνία- είναι μια συλλογικότητα αναρχικών/αντιεξουσιαστών ενάντια στο Εμπόρευμα και το Θέαμα, που συστάθηκε στις αρχές του 2000 και συμμετέχουν σε αυτήν άτομα κυρίως από Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η ενασχόληση της ομάδας αφορά την παραγωγή συλλογικής έκφρασης και δημιουργίας (μουσική, θέατρο, κινηματογράφος, βιβλίο, ποίηση, εικαστικά, περφόρμανς) με αυτοοργανωμένους, αντιεμπορευματικούς και αντιθεσμικούς όρους. Το κάλεσμα για την παραγωγή της Λύσσας, έγινε από συντρόφους και συντρόφισσες της +τεχνίας- που κουβαλούσαν την εμπειρία του αυτοοργανωμένου κινηματογραφικού εγχειρήματος ”01:26:54” (ταινία μυθοπλασίας, 23΄) και απευθύνθηκε κυρίως σε άτομα που δραστηριοποιούνται στον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο αλλά και φίλους/ες. Βασικό κριτήριο ήταν το ενδιαφέρον τους για τα δημιουργικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του εγχειρήματος και όχι απαραίτητα οι γνώσεις τους για τον κινηματογράφο. Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκαν περίπου 30 άτομα και αφού στις πρώτες συναντήσεις συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν από κοινού τα χαρακτηριστικά του εγχειρήματος, δημιουργήθηκε η ομάδα παραγωγής Lyssa Crew. Η παραγωγή της ταινίας δεν αφορούσε πλέον μόνο την +τεχνία- που έκανε την πρόταση, αλλά όλους/ες όσοι/ες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, σχηματίζοντας την ομάδα παραγωγής. Το Lyssa Crew ανέλαβε εξ ολοκλήρου την παραγωγή της ταινίας και αποφάσιζε αυτόνομα για όλα τα ζητήματα διαδικασιών ή παραγωγής στις συνελεύσεις της ομάδας, όποτε αυτές γίνονταν. Σίγουρα η Λύσσα δεν είναι το πρώτο αυτοοργανωμένο κινηματογραφικό εγχείρημα στον ελλαδικό χώρο. Έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται πολλές παραγωγές με αυτοοοργανωμένα χαρακτηριστικά, κυρίως ντοκιμαντέρ και λιγότερες -αλλά αξιόλογες- παραγωγές μυθοπλασίας μικρού μήκους. Η Λύσσα, είναι ίσως, η πρώτη απόπειρα παραγωγής -με κινηματικούς όρους- μιας ταινίας μυθοπλασίας μεγάλου μήκους.
Επιλέξατε μια λέξη που έχει αμφίσημη έννοια. Ευρύτερα στην κοινωνία η λέξη αυτή συνήθως χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία. Ωστόσο το κίνημα επιλέγει και της δίνει ένα νέο νόημα, μια αγωνιστική χροιά. Εσείς θέλετε να επανανοηματοδοτήσετε τη λέξη μέσα από τη ΛΥΣΣΑ; Τη νοηματοδοτείτε αρνητικά ή θετικά;
Η λύσσα υπάρχει μέσα στην ταινία στην πραγματική της υπόσταση, ως ασθένεια, αλλά κατά κύριο λόγο αποκτά μια συμβολική/μεταφορική έννοια. Η μόλυνση από την ασθένεια και κατ’ επέκταση από όσα αυτή συμβολίζει, είναι ο κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο πλέκονται οι υπόλοιποι συμβολισμοί και οι «μεταφορές» της ταινίας. Μεταφορές όχι μόνο νοηματικού χαρακτήρα αλλά και ιστορικότητας, αφού οι «μύθοι» της ταινίας περιλαμβάνουν και ιστορικά γεγονότα. Για εμάς η λύσσα έχει σαφώς μια μεταφορική/αγωνιστική χροιά και αυτή η αντίληψη μας έχει άμεση σχέση με τον τρόπο που χρησιμοποιεί τον όρο το κίνημα. Η λύσσα ή οι λυσσασμένοι εκφράζουν τη βίαιη αποσυμπίεση, το δίκαιο ξέσπασμα ενάντια σε μια ασφυκτική συνθήκη προσωπική ή κοινωνική. Μια λύσσα που συνοδεύεται από συνείδηση γιατί δεν στρέφεται κατά πάντων, που εμπεριέχει «το λογικό» και δεν το έχει «απωλέσει» όπως στην πραγματική ασθένεια.
Πόσα χρόνια πήρε για να ολοκληρωθεί η ταινία; Πόσο κόστισε ένα τέτοιο εγχείρημα; Πώς γυρίστηκε;
Οι συναντήσεις για την ταινία ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2010 και δύο χρόνια μετά πραγματοποιήθηκαν τα γυρίσματα σε ένα χωριό της μεσσηνιακής Μάνης. Τα συνολικά έξοδα έφτασαν τις 11.000 ευρώ και κάλυψαν τα έξοδα παραγωγής και διαβίωσης 35 ατόμων του lyssa crew, για διάστημα ενός μήνα (ενοικίαση καταλυμάτων, φαγητό, βενζίνη και εισιτήρια για μετακινήσεις). Η ταινία έγινε με low budget εξοπλισμό, που συγκεντρώσαμε μεταξύ μας (και από ανεκτίμητες προσφορές γνωστών και φίλων). Για κάμερα χρησιμοποιήσαμε μια ψηφιακή φωτογραφική μηχανή DSLR, ανάλυσης High Definition (1080p). Όλα τα έξοδα καλύφθηκαν από το συλλογικό ταμείο που συστήσαμε από την αρχή της διαδικασίας, στο οποίο ο καθένας συνεισέφερε ό,τι, όταν και αν μπορούσε.
Δεν αναγράφονται πουθενά ονόματα ηθοποιών, σεναριογράφων και γενικά ατόμων που συνεργάστηκαν για να βγει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα αυτό. Δεν γράφεται τίποτε άλλο πέραν του ονόματος της ταινίας, ΛΥΣΣΑ. Ποιανού εν τέλει είναι η ΛΥΣΣΑ και γιατί γίνεται αυτό;
Η ταινία «Λύσσα» είναι ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα συλλογικής δημιουργίας. Από την αρχή της διαδικασίας, κάθε ιδέα και πρόταση που ερχόταν συζητιόταν, διαμορφωνόταν και αποφασιζόταν συλλογικά. Δημιουργήσαμε ομάδες εργασίας για κάθε «ειδικότητα» της ταινίας (σκηνοθεσία, φωτογραφία, σκηνογραφία κλπ), όπου κάθε ομάδα διατηρούσε την αυτονομία της και ταυτόχρονα αλληλεπιδρούσε με την άλλη, με στόχο τη δημιουργία ενός συλλογικού έργου. Αμφισβητήσαμε στην πράξη ρόλους, αυθεντίες και ειδικούς, χωρίς αυτό να σημαίνει πως καταφέραμε να τους καταργήσουμε εντελώς. Το οριζόντιο οργανωτικό μας μοντέλο δοκιμάστηκε και κατάφερε τελικά να παραγάγει το όποιο έργο, όχι δίχως προβλήματα, αστοχίες και δυσλειτουργίες στο εσωτερικό μας. Κάθε τι όμως, που έχει εγγραφεί στο τελικό υλικό της ταινίας, έχει υποστεί συλλογική επεξεργασία και έχει παραχθεί από κοινού, χωρίς «υπεύθυνους», «σκηνοθέτες», «παραγωγούς» και «πρωταγωνιστές». Αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν ονόματα και ειδικότητες συντελεστών και υπογράφουμε μόνο ως συλλογικότητα. Αυτό που μας ενδιαφέρει εξίσου με το περιεχόμενο της ταινίας είναι η προώθηση του συνολικού προτάγματος και των πολιτικών χαρακτηριστικών της προσπάθειάς μας. Αντιλαμβανόμαστε αυτήν την παραγωγή ως ένα ακόμη μέσο αγώνα ενάντια στον κυρίαρχο πολιτισμό, την «αστική» τέχνη και την εμπορευματική της διάσταση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν αναγνωρίζουμε κάποιους λόγους έτσι ώστε να αναφέρουμε τα ονόματά μας ή να μοστράρουμε κάπου τις φάτσες μας, ως ταυτοποίηση της «δουλειάς» μας.
Προβάλλετε την ταινία ως τώρα, μόνο σε στέκια και καταλήψεις και μετά ακολουθείτε μια συγκεκριμένη τακτική επικοινωνίας με τον κόσμο, συνεχούς αλληλεπίδρασης και ζύμωσης με τους θεατές που παρακολουθούν. Ποιος είναι ο λόγος που το κάνετε αυτό; Επιδιώκετε κάποια όσμωση με το κοινό, που θα σας οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα;
Η ταινία προβάλλεται -και είναι διαθέσιμη για προβολές- σε κάθε χώρο που λειτουργεί αυτοοργανωμένα και αντιιεραρχικά, σε κάθε διαδικασία με αντιθεσμικά και αντιεμπορευματικά χαρακτηριστικά. Αυτοί είναι οι όροι με τους οποίους ερευνούμε κάθε φορά την προσέγγιση των χαρακτηριστικών της παραγωγής της ταινίας με τα χαρακτηριστικά του χώρου που προβάλλεται. Και έτσι δημιουργείται για εμάς η ιδανική συνθήκη προβολής, συνοδευόμενη πάντα από συζήτηση μετά, όχι μόνο για το περιεχόμενο της ταινίας αλλά και για τα προτάγματα που προωθούμε μέσω του τρόπου παραγωγής της. Σε κάθε εκδήλωση, όταν συζητάμε τους συμβολισμούς και τα περιεχόμενα της ταινίας, είναι πολύ όμορφο το πόσες διαφορετικές αναγνώσεις ακούμε. Δεν είναι λίγες οι φορές, που αναφέρουμε σε επόμενες εκδηλώσεις κάτι που ακούστηκε σε μια προηγούμενη και μας επηρέασε. Οπότε -εκτός από την παρουσίαση των χαρακτηριστικών του εγχειρήματος- αυτή η αλληλεπίδραση είναι ένα ακόμη ζητούμενο για εμάς. Όπως επίσης και οι επισημάνσεις που έχουν γίνει και αφορούν σε τεχνικά ζητήματα, τα οποία θα θέλαμε να διορθώσουμε κάποια στιγμή. Τέλος, γενικότερα προκρίνουμε έναν κινηματογράφο όπου, όλοι/ες μαζί θα βλέπουμε και θα συζητάμε μια ταινία. Μια συνθήκη δηλαδή που θα κάνει μια ταινία κοινωνικό γεγονός και αφορμή για ζύμωση.
Η στρατευμένη τέχνη έχει δώσει φοβερά έργα (π.χ. Το Θωρηκτό Ποτέμκιν, κ.α). Ποια είναι η στάση σας απέναντι στην στρατευμένη τέχνη; Αναγνωρίζετε έργα τέχνης που έχουν γίνει από «στρατευμένους» καλλιτέχνες;
Κάθε έννοια στράτευσης έχει για μας αρνητική χροιά. Προέρχεται από τη λέξη στρατός/στρατεύομαι και σημαίνει την υπακοή ή την υπηρεσία κάποιων προς εξυπηρέτηση κάποιας κυρίαρχης ιδεολογίας (κομματικής, εθνικής, κρατικής κλπ). Καμία σχέση δεν μπορεί να έχει η όποια στράτευση με τους σκοπούς ή τον τρόπο παραγωγής ενός εγχειρήματος, «καλλιτεχνικού» ή μη, με απελευθερωτικά χαρακτηριστικά, αφού τα μόνα συστατικά που χρειάζονται είναι η ελευθερία βούλησης, έκφρασης και συμμετοχής. Δεν τίθεται για εμάς κάποιο θέμα αναγνώρισης ενός στρατευμένου έργου σε μεγαλύτερο βαθμό από κάποιο εμπορικό αντίστοιχό του. Είναι πολλά τα παραδείγματα καλλιτεχνικών έργων στον «αστικό» πολιτισμό, που μας έχουν αγγίξει και επηρεάσει. Θεωρούμε εντελώς φυσικό να συμβαίνει αυτό αφού σε καμία περίπτωση δεν απαξιώνουμε -ίσα ίσα το αντίθετο- την ανθρώπινη έκφραση και δημιουργικότητα. Ασκούμε κριτική στον τρόπο που παράγεται, στην κοινωνική πρόσληψή της, στο χαρακτήρα που της προσδίδουν τα εμπορευματικά και θεαματικά χαρακτηριστικά της. Δεν αποδεχόμαστε την τέχνη ως ένα διαχωρισμένο πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπου «η τέχνη για την τέχνη» είναι το ζητούμενο και το επιβαλλόμενο. Και βέβαια δεν αποδεχόμαστε καμιά «ουδετερότητα της ψυχαγωγίας» όπου όλοι έχουν δικαίωμα -μέσω αυτής- «να ξεχαστούν» καταναλώνοντας.
Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;
Έχουμε ξεκινήσει έναν κύκλο προβολών από τον Ιούνιο του 2015 σε αυτοοργανωμένους χώρους ανά τον ελλαδικό χώρο, ανοίγοντας μια διαδικασία αλληλεπίδρασης μεταξύ του έργου και του κόσμου που συναντάμε στις παρουσιάσεις του. Είναι μια διαδικασία πολύ σημαντική για εμάς και την αντιλαμβανόμαστε ως φυσική συνέχεια της παραγωγής του έργου, μέχρι αυτό να κλείσει τον κύκλο της επεξεργασίας του. Μόλις ολοκληρωθεί αυτός ο κύκλος προβολών (έχουν γίνει περίπου 15 μέχρι τώρα) θα ανεβάσουμε την ταινία στο διαδίκτυο για ελεύθερη διακίνηση και προβολή. Κάποια νέα σχέδια που υπάρχουν για το επόμενο βήμα θα συζητηθούν στο τέλος αυτής της διαδικασίας. Πρόθεσή μας, είναι σαφώς να επανέλθουμε με ένα νέο πρότζεκτ.
Οι απαντήσεις στις παραπάνω ερωτήσεις, που μας απέστειλε η Σ.Ο. Ιωαννίνων της εφημερίδας Άπατρις, δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση συνέντευξη ενός/μιας από εμάς αλλά προϊόν συλλογικής επεξεργασίας και συνδιαμόρφωσης. Ακολουθήσαμε το μοτίβο των ερωτοαπαντήσεων γιατί θεωρήσαμε ότι ο τρόπος αυτός είναι περισσότερο βοηθητικός από το να σταλεί ένα εκτενές κείμενο αυτοπαρουσίασης, ενώ ταυτόχρονα, οι ερωτήσεις ήταν αρκετά ενδιαφέρουσες και καλά στοχευμένες.
Lyssa Crew
lyssa.espivblogs.net / syntexnia.net