Γιατί το ασφαλιστικό δεν είναι «άλλο ένα κλαδικό ζήτημα»…

Δεν πάνε πολλά χρόνια –για να μην πούμε μήνες– από τότε που η αριστερά του κεφαλαίου –η ίδια αριστερά που σήμερα, σαν έτοιμη από καιρό, ετοιμάζεται να δώσει τη χαριστική βολή στο αναδιανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα– μάς το παρουσίαζε σαν υπέρτατη «κατάκτηση του εργατικού κινήματος», σαν «στυλοβάτη του κράτους δικαίου» και έκραζε τους δεξιο-πασόκους που ήθελαν να το διαλύσουν. H αλήθεια είναι ότι το κρατικό/κλαδικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης δεν ήταν ποτέ «υπέρτατη κατάκτηση» της εργατικής τάξης. Η εγγύηση ότι δεν θα πεθάνεις από αρρώστια ή πείνα όταν γεράσεις ή όταν μείνεις άνεργος ήταν ουσιαστικά ασφάλιση των αφεντικών. Αναγκάστηκαν να την παράσχουν όλα τα πολιτικά κόμματα του κεφαλαίου σε μια εποχή που το εργατικό κίνημα διεκδικούσε αυξήσεις μισθών και, ακόμα παραπέρα, είχε φτάσει να απειλήσει την εξουσία του.

Με άλλα λόγια, η κοινωνική ασφάλιση είναι μια από τις (αντιφατικές) λειτουργίες του καπιταλιστικού κράτους που αποσκοπούν στη διευρυμένη αναπαραγωγή της εργασιακής δύναμης, του μόνου καπιταλιστικού εμπορεύματος που η κατανάλωσή του παράγει νέα αξία. Από την οπτική του συνολικού-κοινωνικού κεφαλαίου, επομένως, δεν αφορά απλώς τον άλφα ή τον βήτα κλάδο, αλλά το σύνολο της εργατικής τάξης, η οποία και πρέπει να αναπαραχθεί και να ενσωματωθεί στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ως μεταβλητό κεφάλαιο βέβαια.

Αν είναι έτσι, τότε γιατί διαλύουν το αναδιανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα; Και πώς το πετυχαίνουν;

Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια την κρίση του συστήματος, που είναι μια κρίση των ταξικών σχέσεων. Στην προσπάθειά του να επιλύσει την κρίση, αναδιαρθρώνοντας τις ταξικές σχέσεις, το καπιταλιστικό κράτος χρησιμοποίησε τις διαιρέσεις που το ίδιο το κρατικό/κλαδικό αναδιανεμητικό ασφαλιστικό σύστημα είχε δημιουργήσει μέσα στην εργατική τάξη. Η μέθοδος που συστηματικά χρησιμοποίησαν, λοιπόν, τα αφεντικά, σε μια μακρόχρονη πρώτη φάση, ήταν να διαιρέσουν περαιτέρω ένα ήδη διαιρεμένο, μέσω των διαφορετικών κλαδικών φορέων ασφάλισης, προλεταριάτο χωρίζοντάς το σε διαφορετικές κατηγορίες ασφάλισης (πχ. «παλιοί» ασφαλισμένοι πριν το 1982, ασφαλισμένοι μεταξύ 1983 και 1993, «νέοι ασφαλισμένοι» μετά το 1993, ασφαλισμένοι μεταξύ 1993 και 2010 κλπ.). Εφαρμόζοντας μια τακτική μακροχρόνιου πολέμου φθοράς, με τη σιωπηρή συγκατάθεση, αν όχι συνεργασία των συνδικαλιστών, κατόρθωσαν να προχωρήσουν στη μία ή την άλλη μερική μεταρρύθμιση που χτυπούσε τα δικαιώματα της μίας ή της άλλης κατηγορίας ασφαλισμένων, δίχως για χρόνια να υπάρξει συλλογική αντίδραση της τάξης μας. Ο τελικός σκοπός τους ήταν σε μια δεύτερη φάση, σήμερα, να ενοποιήσουν προς τα κάτω τα «ασφαλιστικά δικαιώματα», δηλαδή τον έμμεσο μισθό ΟΛΩΝ των προλετάριων.

Ενώ, λοιπόν, τα αφεντικά αντιμετώπιζαν κι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν το ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης έχοντας κατά νου μια συνολική στρατηγική (άσχετα εάν για λόγους τακτικής επιλέγουν συγκυριακά να επιτεθούν στην μία ή την άλλη κατηγορία εργαζομένων και συνταξιούχων), το προλεταριάτο δεν μπόρεσε να αντιδράσει με συλλογικούς όρους και με μια αντίστοιχη συνολική στρατηγική. Αντίθετα, παρέμεινε δέσμιο μιας σειράς απαραίτητων για την ανεμπόδιστη αναπαραγωγή των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων και την αέναη συσσώρευση επαυξημένης αξίας διαμεσολαβήσεων στους χώρους παραγωγής και αναπαραγωγής. Έτσι δεν μπόρεσε αφενός να υπερβεί τις μυστικοποιημένες μορφές εμφάνισης των δεδομένων κοινωνικών σχέσεων, αφετέρου να δώσει μια ικανοποιητική συλλογική απάντηση στην επίθεση που δέχεται ο άμεσος κι έμμεσος μισθός τα τελευταία χρόνια.

Σήμερα, ύστερα από 25 χρόνια επίμονης εφαρμογής της παραπάνω πολιτικής του «διαίρει (το προλεταριάτο) και βασίλευε», μέσω της οποία η τάξη μας σταδιακά αποδυναμώθηκε, υπάρχουν συνδικαλιστές και εργαζόμενοι που (κάνουν πως) δεν καταλαβαίνουν· που (κάνουν πως) δεν έμαθαν τίποτα από τις απανωτές ήττες, τη διαρκή επιδείνωση των «ασφαλιστικών μας δικαιωμάτων» και τη διαρκή επίθεση στις συντάξεις· που επιμένουν να παρουσιάζουν την επερχόμενη αντασφαλιστική καταιγίδα ως «άλλο ένα κλαδικό ζήτημα», που αφορά την άλφα ή βήτα κατηγορία εργαζομένων, το άλφα ή βήτα «ασφαλιστικό ταμείο».1 Παράλληλα, εμείς οι ίδιοι, επιτρέποντας την αυτοϋποτίμησή μας χρόνια ολόκληρα τώρα, με το να εργαζόμαστε (μερικώς ή ολικώς) ανασφάλιστοι, ακολουθώντας ατομικές στρατηγικές επιβίωσης, στρώσαμε το δρόμο στα αφεντικά για να την πέσουν σήμερα ακόμη πιο άγρια στον άμεσο και στον έμμεσο μισθό μας.

Πώς άραγε προέκυψε το πρόβλημα βιωσιμότητας των ασφαλιστικών ταμείων;

Είναι πάγια η τακτική που ακολουθούν τα αφεντικά και τα τσιράκια τους, προτού εξαπολύσουν (μία ακόμη) επίθεση στον άμεσο και έμμεσο μισθό μας, να επικαλούνται ένα υποτιθέμενο οικονομικό αδιέξοδο, μια κρίση δημοσιονομικής φύσης, η οποία υποτίθεται ότι δικαιολογεί την «ανάγκη» άμεσης λήψης διαρθρωτικών μέτρων. Έτσι και τώρα. Μέσω ενός συντονισμένου βομβαρδισμού από άρθρα, «έγκυρα» τηλεοπτικά ρεπορτάζ και «επιστημονικές αναλύσεις» που βρομάνε νεοφιλελεύθερη μπόχα από χιλιόμετρα, μας «πληροφορούν» ότι «δυστυχώς τα λεφτά δεν φτάνουν» και ως εκ τούτου «το ασφαλιστικό σύστημα θα καταρρεύσει εάν δεν ληφθούν άμεσα γενναία μέτρα». Αυτό όμως που πάντοτε –κοίτα να δεις– ξεχνούν να πουν είναι το πώς ακριβώς εξαϋλώθηκαν τα αποθεματικά, που ανέκαθεν χρηματοδοτούνταν από την άγρια μισθωτή εκμετάλλευσή μας και τα οποία αποτελούν τον αποταμιευμένο έμμεσο μισθό μας. Το πώς δηλαδή δημιουργήθηκε το «πρόβλημα» και ποιοι ευθύνονται για αυτό. Ξεχνούν –εντελώς τυχαία…– να αναφέρουν:

Την πολύχρονη –ήδη από το 1950 μέσω του Αναγκαστικού Νόμου 1611/1950– ληστεία των αποθεματικών των ταμείων μέσω της δέσμευσής τους σε λογαριασμούς με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο από τα τότε επίπεδα πληθωρισμού και τραπεζικών επιτοκίων. Π.χ. την περίοδο 1955-1973 η εκ του νόμου υπεύθυνη για τη διαχείριση (βλ. λεηλασία) των αποθεματικών Νομισματική Επιτροπή όρισε το επιτόκιο στο 4%, όταν τα αντίστοιχα επιτόκια καταθέσεων κυμαίνονταν μεταξύ 5% και 9,5%. Οι μεγαλύτερες όμως απώλειες συντελέστηκαν την περίοδο 1974-1994, όταν τα επιτόκια καταθέσεων κυμάνθηκαν περίπου στο 20%, φτάνοντας ακόμη και το 24%… Τα δεσμευμένα αυτά αποθεματικά χρησιμοποιούνταν σε όλη αυτή την περίοδο από τις τράπεζες για να δανειοδοτηθούν χαμηλότοκα μια σειρά καπιταλιστικών επενδύσεων, ενώ τα ταμεία για να καλύψουν τις μηνιαίες ανάγκες τους αναγκάζονταν να δανείζονται από τις εμπορικές τράπεζες με επιτόκια που ξεπερνούσαν το 30%. Έτσι, σταδιακά, το μεγαλύτερο μέρος των ετήσιων ελλειμμάτων των ισολογισμών τους οφειλόταν στα τοκοχρεολύσια. Σύμφωνα δε με υπολογισμούς της ΓΣΕΕ, εάν τα χρήματα αυτά τοκίζονταν τότε με τα τρέχοντα επιτόκια, τα αποθεματικά των ταμείων στα τέλη της δεκαετίας του 1990 θα ξεπερνούσαν τα 25-30 τρις δραχμές (ή 75-90 δις ευρώ).

Τη δυνατότητα που παραχωρήθηκε στις διοικήσεις των ταμείων να επενδύουν αρχικά έως το 20% κι εν συνεχεία το 23% (βλ. νόμους 2076/1992 και 2676/1999) των αποθεματικών των ταμείων σε μετοχές και άλλες επενδύσεις υψηλού ρίσκου, την ίδια περίοδο που –συμπτωματικά βέβαια…– προωθήθηκε η ιδιωτικοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Μόνο από την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου, τα ασφαλιστικά ταμεία υπολογίζεται ότι έχασαν 3,5 δις ευρώ την περίοδο 1999-2002 και άλλα τόσα την περίοδο 2008-2009 λόγω των «επενδύσεων» σε εξειδικευμένα χρηματιστηριακά προϊόντα υψηλού ρίσκου, όπως «δομημένα ομόλογα», που διεκπεραίωσαν επενδυτικά funds, τσεπώνοντας υψηλές αμοιβές της τάξης των δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Την πάγια εισφοροδιαφυγή των αφεντικών, σε συνδυασμό είτε με τις συνεχείς μειώσεις του εργοδοτικού κόστους, χάριν της «ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας», δηλαδή χάριν της μεγαλύτερης κερδοφορίας της καπιταλιστικής τάξης, είτε μέσω της θέσπισης ευνοϊκών ρυθμίσεων καταβολής των οφειλομένων, είτε μέσω της κρατικής ανοχής στη μη καταβολή τους (8,5 δις ευρώ οι βεβαιωμένες οφειλές των αφεντικών προς τα ταμεία ήδη από το 2010). Χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα αυτής της πολιτικής πριμοδότησης των ελλήνων (μικρών και μεγάλων) καπιταλιστών αποτελεί η με τις ευλογίες του κράτους ανασφάλιστη εκμετάλλευση της εργασίας εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών εργατών την περίοδο 1991-2011, για να μην αναφέρουμε τις τεράστιες οφειλές (ύψους 12 δις ευρώ το 2010) του ίδιου του κράτους ως εργοδότη προς τα ασφαλιστικά ταμεία.

Τις απώλειες λόγω της εφαρμογής του PSI, δηλαδή του προγράμματος ονομαστικού κουρέματος κατά 53,5% των Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) που διακρατούσε ο ιδιωτικός τομέας. Σαν να μην έφτανε το κούρεμα στην αξία των ομολόγων που τα ταμεία ήδη είχαν στο χαρτοφυλάκιό τους, τα δεσμευμένα σε ειδικό λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδας αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων χρησιμοποιήθηκαν για να αγοραστούν από τράπεζες και άλλους ιδιώτες επενδυτές ομόλογα, που οι ονομαστικές τους τιμές επρόκειτο να κουρευτούν κατά 53,5%, προκαλώντας συνολικές απώλειες άνω των 12 δις ευρώ. Οι πραγματικές απώλειες όμως ήταν πιο μεγάλες, καθώς η αξία των ΟΕΔ έκτοτε έχει μειωθεί και άλλο, κάτω από το 30% της αρχικής ονομαστικής, ενώ σημαντικές είναι και οι απώλειες των ταμείων από τους μειωμένους πλέον ετήσιους τόκους που αντιστοιχούν στα ομόλογα αυτά (μείωση κατά περίπου 600 εκατ. ανά έτος), καθώς και από τη συρρίκνωση της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών, εξαιτίας του πρώτου προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Τις απώλειες λόγω της εφαρμογής της πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης εις βάρος των ντόπιων και ξένων προλετάριων. Οι μεγάλες μειώσεις στους άμεσους μισθούς, άρα και των ασφαλιστικών εισφορών που προκύπτουν από αυτούς, η ραγδαία αύξησης της ανεργίας και η ευρύτατη επέκτασης της μερικώς αδήλωτης εργασίας, τα άμεσα αποτελέσματα της επίθεσης σε βάρος της τάξης μας προκάλεσαν σωρευτικές απώλειες στον αποταμιευμένο έμμεσο μισθό μας που σωρευτικά αγγίζουν τα 10 δις ευρώ.2

Επομένως, αυτός ο ασφυκτικός δημοσιονομικός κλοιός που σήμερα «θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος» δεν προκλήθηκε από τις υποτιθέμενες «αντικειμενικές αδυναμίες» της αρχιτεκτονικής του: Αντίθετα αποτελεί το αποτέλεσμα του συνειδητού και σχεδιασμένου αδειάσματος των ταμείων, που διαχρονικά εφάρμοσε το πολιτικό προσωπικό του κεφαλαίου, το ίδιο που σήμερα ανερυθρίαστα επικαλείται το «οικονομικό αδιέξοδο» και τις «στρεβλώσεις» του συστήματος ασφάλισης για να προχωρήσει σε νέες περικοπές των συντάξεών μας.

Τι περιλαμβάνει η επίθεση που ήδη έχει δεχθεί ο έμμεσος μισθός μας από την αριστερά του κεφαλαίου;

«Δεν έχω λόγο να ανησυχώ. Η επόμενη κυβέρνηση, που όπως φαίνεται θα είναι η κυβέρνηση της Αριστεράς, θα μπορεί να περάσει πιο εύκολα τα μέτρα» Ανώνυμος επικεφαλής της Τρόικας, κατά τη διάρκεια της 5ης αξιολόγησης (άνοιξη του 2014), Εφημερίδα Το Βήμα, 10 Ιανουαρίου 2016

Η μνημονιακή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς όπως «προέβλεψε» έγκαιρα το στέλεχος της Τρόικας, προχωρά ακάθεκτη στην πιο άγρια μέχρι τις ημέρες μας μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, έχοντας ήδη δείξει τα δόντια της με μια σειρά απανωτών αντιασφαλιστικών νόμων (βλ. ψήφιση «προαπαιτούμενων» τον Ιούλιο και του «3ου Μνημονίου» τον Αύγουστο), οι οποίοι μεταξύ άλλων επέβαλαν:

Τη συνολική μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 2,5-3 δις ευρώ την περίοδο 2015-2016 και κατά 4 δις ευρώ μέχρι το 2018, ώστε η συνολική δαπάνη να φτάσει τα 8,6 δις σε ετήσια βάση (έναντι 21 δις το 2011 και 15 δις το 2012) και να διατηρηθεί σε αυτά τα επίπεδα έως το τέλος του 2021. Ο προϋπολογισμός του 2016 ξεκάθαρα προβλέπει νέα μείωση κατά 1,85 δις ευρώ στις κρατικές δαπάνες κοινωνικής ασφάλισης, με αποτέλεσμα τα φετινά ελλείμματα των ΙΚΑ, ΟΑΕΕ και ΟΓΑ να υπολογίζονται σε 3 δις ευρώ, όταν ταυτόχρονα προβλέπει αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων (οι δανειστές μιλώντας εξ ονόματος των ντόπιων καπιταλιστών αρνούνται να συζητήσουν το ενδεχόμενο αύξησης των εργοδοτικών εισφορών) και αύξηση των δαπανών για την αποπληρωμή τόκων σε 5,93 δις ευρώ (από 5,83 δις ευρώ το 2015).

Την παράταση του εργάσιμου βίου μας, την παράταση δηλαδή της περιόδου εκμετάλλευσης της εργασίας μας από τους καπιταλιστές, μέσω της θέσπισης υψηλότερων ηλικιακών ορίων για τη συνταξιοδότηση (βλ. 62ο έτος της ηλικίας με 40 έτη εργασίας ή 12.000 ημέρες ασφάλισης και 67ο έτος της ηλικίας με 15 έτη εργασίας ή 4.500 ημέρες ασφάλισης). Για ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων τα νέα συνταξιοδοτικά όρια συνεπάγονται παράταση του εργάσιμου βίου τους κατά 5 έως ακόμη και … 17 έτη.

Τη μείωση του ύψους των πρόωρων συντάξεων, μέσω της αύξησης της θεσμοθετημένης «ποινής» κατά συνολικά 10% στην ήδη υφιστάμενη ποινή 6% ανά έτος μέχρι τη συμπλήρωση του διαμορφούμενου, κατά περίπτωση, προβλεπόμενου νέου ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Το μέτρο αυτό ήταν αποκλειστική ιδέα του Σύριζα και όχι των δανειστών του ελληνικού κράτους.

Την περαιτέρω μετακύλιση του κόστους υγειονομικής περίθαλψης στις πλάτες των εργαζομένων και συνταξιούχων, μέσω της αύξησης των σχετικών εισφορών από το 4% στο 6% επί των ακαθάριστων κύριων συντάξεων, ενώ επιπλέον επιβλήθηκε κράτηση 6% στις καταβαλλόμενες επικουρικές. Και αυτό το μέτρο μείωσης των κύριων και επικουρικών συντάξεων το πρότεινε ο Σύριζα και όχι οι δανειστές. Ας σημειωθεί ότι το μεσοσταθμικό ποσοστό της συμμετοχής των ασφαλισμένων στις δαπάνες υγείας έχει υπερδιπλασιαστεί φτάνοντας το 28% από 13% που ήταν αρχές του 2012, μέσω του νόμου 4025/2011, ενώ το διάστημα 2009-2014 το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία έχουν μειώσει τις φαρμακευτικές δαπάνες τους κατά 60%.

Τη μείωση της κατώτερης σύνταξης του ΙΚΑ από 486 σε 393 ευρώ για τους πρωτοασφαλισμένους μετά το 2015.3

Την κατάργηση όλων των εξαιρέσεων χρηματοδότησης των φορέων ασφάλισης από τον κρατικό προϋπολογισμό, καθώς και την κατάργηση μιας σειράς φόρων προς τρίτους, μέσω των οποίων χρηματοδοτούνταν ασφαλιστικά ταμεία, μειώνοντας κι άλλο τα (μειωμένα όπως ήδη είδαμε) έσοδά τους.

Τι προβλέπει το νέο αντιΑσφαλιστικό Νομοσχέδιο που «διαπραγματεύεται» η αριστερά του κεφαλαίου με τους δανειστές του ελληνικού κράτους;

Το προσχέδιο του νέου νομοσχεδίου, που έρχεται σήμερα να σφραγίσει τη νέα επίθεση σε βάρος όλων των συνταξιούχων και όλων των εργαζομένων, στο όνομα –άκου με τι θράσος μιλάνε τα καθάρματα– της «αρχής της ισότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης» και των «άδειων ταμείων», των ταμείων που οι ίδιοι άδειασαν και δεν φρόντισαν να ξαναγεμίσουν, προβλέπει:4

Τη διοικητική και οργανωτική ενοποίηση όλων των ταμείων ασφάλισης σε ένα Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), με κοινούς κανόνες ασφάλισης/συνταξιοδότησης για όλους τους συνταξιούχους, παλιούς, νέους και μελλοντικούς, σύμφωνα με όσα ισχύουν στο ΙΚΑ (ασφαλιστικές εισφορές 20%). Αυτό συνεπάγεται ακραίες αυξήσεις στις εισφορές των ασφαλισμένων σε ΟΓΑ και ΟΑΕΕ/ΕΤΑΑ (βλ. παρακάτω).

Την ενοποίηση όλων των επικουρικών ταμείων σε ένα, στο οποίο θα εφαρμοστεί η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος με άλλο όνομα (ρήτρα βιωσιμότητας), μέσω της οποία θα γίνονται αυτόματες περικοπές στις επικουρικές συντάξεις βάσει της κεφαλαιακής επάρκειας του ενοποιημένου ταμείου επικουρικής ασφάλισης.

Την καταβολή εθνικής σύνταξης την οποία θα εγγυάται και θα καταβάλλει το κράτος, μέσω της εθνικής φορολογίας (δηλαδή κατά βάση μέσω της αναδιανομής των χρημάτων της εργατικής τάξης). Το ύψος της θα είναι της πλάκας, μόλις 384 ευρώ και θα δίνεται ως προνοιακού τύπου επίδομα σε όλους όσοι συμπληρώσουν τουλάχιστον 20 έτη ασφάλισης, ενώ ενδέχεται να εισαχθούν εισοδηματικά (π.χ. ανάλογα με το ύψος της αναλογικής σύνταξης, βλ. παρακάτω) και περιουσιακά κριτήρια για τον τελικό καθορισμό της. Για όσους έχουν λιγότερα ένσημα (με ελάχιστο όριο τα 15 έτη ασφάλισης) θα προβλέπονται κλιμακωτές μειώσεις.

Τη χορήγηση ανταποδοτικής (αναλογικής) σύνταξης, βάσει των ατομικών εισφορών του κάθε ασφαλισμένου στο σύνολο του εργάσιμου βίου του, δίχως όμως να υπολογίζονται τα επιδόματα αδείας και τα δώρα εορτών (για τα οποία οι εργαζόμενοι κατά τ’ άλλα πλήρωναν κανονικά εισφορές…), με αποτέλεσμα το συντάξιμο ποσό για κάθε συνταξιούχο να συμπιέζεται κι άλλο προς τα κάτω. Με άλλα λόγια, προβλέπεται η ακόμη στενότερη σύνδεση μεταξύ ατομικών εισφορών και τελικών ατομικών συνταξιοδοτικών παροχών, στο δρόμο που χάραξαν οι νόμοι 3863 και 3865/2010 (οι λεγόμενοι και «νόμοι Λοβέρδου»).

Την κλιμακωτή μείωση των επικουρικών συντάξεων (κατά περίπου 7% στις συντάξεις άνω των 170 ευρώ σύμφωνα με ένα σενάριο)

Την καθιέρωση ανώτατων ορίων αναπλήρωσης, ακόμη και κάτω από το 50% (έναντι 65-75% σήμερα). Μάλιστα το ποσοστό αναπλήρωσης φαίνεται πως θα είναι κλιμακωτό, άρα ακόμη πιο μικρό για τις υψηλότερες αναλογικές συντάξεις. Όσον αφορά ειδικά τις επικουρικές συντάξεις, το ποσοστό συζητείται να πέσει ακόμη και στο 18% για 40 έτη ασφάλισης (ή 0,45% ανά έτος). Τα μειωμένα ποσοστά αναπλήρωσης, σε συνδυασμό με τα μειωμένα συντάξιμα ποσά που θα προκύψουν από τον υπολογισμό των ατομικών εισφορών του κάθε εργαζομένου στο σύνολο του εργάσιμου βίου του, θα οδηγήσουν σε ακόμη πιο χαμηλές νέες συντάξεις. Έτσι το ύψος της μέσης σύνταξης που στις μέρες μας έχει πέσει στα 800-850 ευρώ (από 1.500 ευρώ το 2009) αναμένεται να μειωθεί και άλλο και να κυμανθεί περίπου στα 600 ευρώ.

Την εισαγωγή ρήτρας προσαρμογής, που θα καθορίζει το τελικό ύψος τόσο της βασικής όσο και της αναλογικής σύνταξης. Η ρήτρα αυτή θα συνδέεται με τις μεταβολές στο προσδόκιμο όριο ζωής, το ΑΕΠ, τα επίπεδα της μισθωτής απασχόλησης ή και το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Άρα οι συντάξεις θα μειώνονται αυτόματα εάν το προσδόκιμο ζωής και η ανεργία αυξηθεί ή το ΑΕΠ συνεχίσει να μειώνεται…

Τον επαναϋπολογισμό, δηλαδή τη μείωση των ήδη καταβαλλόμενων 2,7 εκατ. συντάξεων βάσει ενός συντελεστή που θα εξαρτάται από το καθεαυτό ύψος της καταβαλλόμενης σύνταξης, την ηλικία συνταξιοδότησης, τα έτη ασφάλισης, το ύψος των καταβαλλόμενων εισφορών και τα (νέα) ποσοστά αναπλήρωσης. Με αυτόν τον έμμεσο τρόπο παρακάμπτεται και ο σκόπελος των δικαστικών αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), σύμφωνα με τις οποίες οι μειώσεις που επιβλήθηκαν το 2012 στις κύριες και επικουρικές συντάξεις του ιδιωτικού τομέα κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές, καθώς οι μειώσεις αυτές επανανομιμοποιούνται και εφαρμόζονται δια της πλαγίας οδού.5

Τη σταδιακή κατάργηση του ΕΚΑΣ αρχικά στο «πλουσιότερο» –εδώ γελάμε– 20% των δικαιούχων μέχρι και την τελική κατάργησή του την 1/1/2020 (υπολογίζεται ότι άμεσα πλήττονται περίπου 60.000-70.000 «προνομιούχοι» χαμηλοσυνταξιούχοι).

Τη μείωση των αναπηρικών συντάξεων, καθώς η βασική σύνταξη θα δίδεται μόνο σε όσους έχουν ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω, ενώ σε αντίθετη περίπτωση θα καταβάλλεται μόλις το 50-70% αυτής. Την ίδια στιγμή, η αύξηση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες περίθαλψης στο 23% που ψήφισε η αριστερά του κεφαλαίου το περασμένο Ιούλιο, έχει ήδη μειώσει το διαθέσιμο εισόδημα των δικαιούχων.

Τη νέα μείωση των εφάπαξ κατά 10-20% (οι μειώσεις θα φτάσουν το 30%-40% για τους συνταξιούχους δημόσιους υπαλλήλους που δικαιούνται μέρισμα από το Μετοχικό Ταμείο Πολιτικών Υπαλλήλων). Ας σημειώσουμε ότι έχουν ήδη προηγηθεί δύο χοντρές μειώσεις στα εφάπαξ (βλ. Ν. 4024/11 και υπουργική απόφαση αριθ. Φ.80000/1093/26 το 2014). Ας μην ξεχνάμε ότι οι καπιταλιστές θεωρούν το θεσμό τόσο της επικουρικής ασφάλισης όσο και αυτόν του εφάπαξ ως «αναχρονισμό» και σταδιακά απεργάζονται την ολοκληρωτική κατάργησή τους.

Τη μείωση της βασικής σύνταξης ΟΓΑ κατά 4% και την αύξηση των εισφορών στο 10% φέτος (από 7%), ούτως ώστε το 2019 αυτές να φτάσουν στο 20% του φορολογητέου εισοδήματος, όπως και στους υπόλοιπους ασφαλισμένους του ΕΦΚΑ. Στο ποσό αυτό πρέπει να προσθέσουμε και εισφορές ύψους 6,95% του φορολογητέου εισοδήματος για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη (σύνολο εισφορών 26,95%). Το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα θα υπολογίζεται βάσει του 80% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (δηλαδή 469 ευρώ), άσχετα με το αν ο ασφαλισμένος κατορθώνει να εξασφαλίσει ένα τέτοιο εισόδημα. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση απεργάζεται την αναθεώρηση του Μητρώου Αγροτών, μέσω της υιοθέτησης νέων αυστηρότερων κριτηρίων ένταξης σε αυτό, πετώντας εκτός ΟΓΑ εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτούς που συμπλήρωναν το εισόδημά τους με παράλληλη αγροτική απασχόληση.

Την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών στο 38,5% του καθαρού εισοδήματος (20% για την κύρια σύνταξη, 7,5% για την επικουρική, 6,95% για την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και 4% για το εφάπαξ). Η μηνιαία ασφαλιστική εισφορά δεν δύναται να υπολείπεται του 20% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (117 ευρώ), άσχετα με το αν ο ασφαλισμένος κατορθώνει να εξασφαλίσει ένα τέτοιο εισόδημα. Αντίθετα, προβλέπεται άνω όριο στις μηνιαίες εισφορές, προστατεύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα μεγαλοαφεντικά.6

Με αυτά και με αυτά αναμένονται μεσοσταθμικές μειώσεις στους νέους συνταξιούχους κατά τουλάχιστον 15-30% – τις μεγαλύτερες μειώσεις αναμένεται να υποστούν μισθωτοί και ελεύθεροι επαγγελματίες με παραπάνω από 20 έτη ασφάλισης, ειδικά όσοι/ες πλησιάζουν στην 35ετία. Ας σημειωθεί ότι οι περικοπές των συντάξεων (ύψους 23,5 δις ευρώ μόνο την περίοδο 2014-2015, ενώ την περίοδο 2015-2018 αναμένονται νέες περικοπές ύψους 6,5-7 δις ευρώ) δεν χρησιμοποιούνται για να αυξηθούν τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και άρα για να βελτιωθεί η κεφαλαιακή τους βάση. Τα χρήματα αυτά δεσμεύονται σε ειδικό λογαριασμό, μέσω του οποίου χρηματοδοτούνται απευθείας οι τσέπες των δανειστών του ελληνικού κράτους! Κατά τα άλλα, οι ντόπιοι καπιταλιστές και το πολιτικό προσωπικό τους ισχυρίζονται ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες και γίνονται –άκου να δεις τι μαθαίνει κανείς– «για να σωθούν τα ασφαλιστικά ταμεία και να διασφαλιστούν οι μελλοντικές συντάξεις»…

Τι μπορούμε να κάνουμε ενάντια στην άγρια επίθεση που δεχόμαστε;

Για αρχή ας κάνουμε τα βασικά, αυτά που κάποτε ήταν αυτονόητα:

Διεκδικούμε την άμεση αύξηση των μισθών και των συντάξεών μας

Διεκδικούμε επίδομα ανεργίας για όλους, δίχως προϋποθέσεις

Διεκδικούμε ένσημα για όσες ώρες δουλεύουμε και πληρωνόμαστε κανονικά τις υπερωρίες μας

Δεν χρησιμοποιούμε τη γλώσσα των αφεντικών, αναπαράγοντας τη λογική που στρέφει τους «παλιούς» ασφαλισμένους ενάντια στους «νέους», τους «χαμηλοσυνταξιούχους» ενάντια στα «ρετιρέ», τους έλληνες προλετάριους ενάντια στους ξένους!

Ενάντια στην μίζερη και αποτυχημένη ρητορική των «μικρών νικών»

Ενάντια στην αντιμετώπιση (και) του ασφαλιστικού ως «άλλο ένα κλαδικό ζήτημα»

Γενικευμένη επίθεση ενάντια στο κεφάλαιο & το κράτος του!

Συνέλευση Εργαζομένων-Ανέργων πλατείας Συντάγματος

Η Συνέλευση Εργαζομένων-Ανέργων πλατείας Συντάγματος είναι μια προλεταριακή συνέλευση που δημιουργήθηκε από την ανάγκη ανάλυσης της νέας επίθεσης που θα δεχόταν η τάξη μας με την εφαρμογή του 3ου, κατά σειρά, μνημονίου το καλοκαίρι του 2016, και οργάνωσης της αντίστασής μας σε αυτό από μία ταξική σκοπιά, μακριά από τις θολές και παραπλανητικές ετικέτες του «πολίτη», του «κατοίκου/γείτονα», του «ατομικού ιδιοκτήτη» και του «λαού», που συσκοτίζουν την πραγματικότητα της κοινωνικής ανισότητας και της εκμετάλλευσης της εργασίας μας.

Η Συνέλευση διοργάνωσε δύο δημόσιες εκδηλώσεις επί της πλατείας Συντάγματος τον Ιούλιο (η πρώτη σχετικά με τα λεγόμενα «προαπαιτούμενα μέτρα» που θα ψήφιζε η αριστερά του κεφαλαίου εκείνες τις ημέρες, η δεύτερη σχετικά με την προλεταριακή εμπειρία της άρνησης πληρωμών ως μέσο αύξησης του άμεσου μισθού μας), ενώ από τον Σεπτέμβριο και μετά κυρίως ασχολείται με το επερχόμενο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, επανεκδίδοντας σε νέα συμπληρωμένη μορφή την μπροσούρα «Σκοτώνουν τα άλογα στη δουλειά και όταν γεράσουν τα θάβουν ιδίοις εξόδοις» και οργανώνοντας, μεταξύ άλλων, σειρά εκδηλώσεων για την ανάδειξη του ζητήματος.

Κείμενα, αφίσες και λοιπό υλικό της Συνέλευσης

Κμπορεί να βρεθεί στη διεύθυνση:

https://synelefsi-syntagmatos.espivblogs.net/

[1] Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των αγροτικών κινητοποιήσεων ή του ελεγχόμενου από το ΚΚΕ αγώνα των ναυτεργατών. Και οι μεν και οι δε με τον αγώνα τους προσβλέπουν στην εξαίρεση του δικού τους ταμείου ασφάλισης από το επερχόμενο νομοσχέδιο. Και καλά οι αγρότες, εκ των οποίων μόλις το 10% του γεωργικού πληθυσμού άνω των 15 ετών δουλεύουν ως μισθωτοί, αλλά οι ναυτεργάτες πώς δικαιολογείται να μην ενδιαφέρονται να προωθήσουν με τον αγώνα τους αιτήματα που αφορούν το σύνολο της εργατικής τάξης, τη στιγμή που σήμερα εξαπολύεται αυτή η συνολική επίθεση εναντίον της;

[2] Ημερησία, 19-20/12/2015. Η εφημερίδα χρησιμοποιεί στοιχεία από αδημοσίευτη μελέτη του Σ. Ρομπόλη, σύμφωνα με τα οποία το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας (ταμειακά διαθέσιμα, ομόλογα, μετοχές, ακίνητα κλπ) των ασφαλιστικών ταμείων έφτασε μόλις τα 16,3 δις τον Μάρτιο του 2015, έναντι 25,6 δις ευρώ το 2004. Σύμφωνα με άλλη πηγή η μείωση είναι ακόμη μεγαλύτερη, φτάνοντας τα 16 δις ευρώ. Βλ. Deal News, 12 Φεβρουαρίου 2016.

[3] Και ενώ έχουν ήδη προχωρήσει σε όλες αυτές τις άμεσες κι έμμεσες μειώσεις στις κύριες και επικουρικές συντάξεις οι Συριζαίοι έχουν σήμερα το θράσος να ισχυρίζονται ότι εκείνοι είναι αυτοί που υπερασπίζονται τις συντάξεις…

[4] Καθώς το προσχέδιο αυτό αφενός δεν συνοδεύτηκε από αναλυτικά στοιχεία, αφετέρου βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο τραπέζι της «διαπραγμάτευσης» με τους δανειστές του ελληνικού κράτους, οι επιμέρους λεπτομέρειες του νέου νομοσχεδίου δεν έχουν ακόμη ξεκαθαρίσει. Όσα ακολουθούν αποτελούν τη δική μας προσπάθεια να αποκωδικοποιήσουμε και να συγκεντρώσουμε με ένα κατά το δυνατό συνεκτικό τρόπο τις επιμέρους πτυχές της επίθεσης εναντίον του έμμεσου μισθού μας, όπως αυτές διαφαίνονται έως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές.

[5] Δεν είναι τυχαίο ότι στην λεγόμενη «επιτροπή των Σοφών», η οποία χάραξε τις κατευθυντήριες γραμμές της νέας αντασφαλιστικής μεταρρύθμισης, συμπεριλαμβάνονταν δικαστικοί του ΣτΕ που είχαν ψηφίσει υπέρ της συνταγματικής εγκυρότητας των μειώσεων του 2012, ώστε η νομική τεκμηρίωση του νέου νομοσχεδίου να τέτοια ώστε να απορριφθούν τυχόν νέες προσφυγές.

[6] Για την πλειοψηφία των ελεύθερων επαγγελματιών που εξαναγκάζονται να εργάζονται ως «αόρατοι» μισθωτοί προλετάριοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών («μπλοκάκι») για ένα ή περισσότερα αφεντικά, το νέο νομοσχέδιο, σύμφωνα με τις διαρροές των συριζαίων, θα προβλέπει ποσοστό εισφορών για την κύρια σύνταξη ύψους 20%, που θα επιμερίζονται σε 6,95% για τον ίδιο τον εργαζόμενο και 13,05% για το αφεντικό του. Στην πράξη, όπως παραδέχονται ακόμη και οι αστικές φυλλάδες, αυτό το μέτρο απλώς θα οδηγήσει στη μετακύλιση του εργοδοτικού κόστους ασφάλισης στους ίδιους τους εργαζομένους, καθώς αυτοί θα συνεχίσουν να εργάζονται με «μπλοκάκι». Με άλλα λόγια, εάν δεν αλλάξουν οι εργασιακές σχέσεις και δεν καταργηθεί αυτή η μορφή κεκαλυμμένης μισθωτής εργασίας, τα «μπλοκάκια» θα συνεχίσουν να επωμίζονται το κόστος ασφάλισής τους.